Who is who: Ντέμι Μουρ

who-is-who-ntemi-mour

ΤΕΤΑΡΤΗ, 07 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2011

Αν και τα τελευταία χρόνια έχει απασχολήσει τον Τύπο κυρίως λόγω της σχέσης της με τον Άστον Κούτσερ, η Ντέμι Μουρ πρωταγωνιστεί σε δύο νέες ταινίες, έτοιμη να κερδίσει ξανά τις εντυπώσεις για το υποκριτικό της ταλέντο.

Η Ντέμι Μουρ γεννήθηκε ως Ντιμίτρια Τζιν Γκάινς στις 11 Νοεμβρίου 1962 στο Νέο Μεξικό και δεν είχε καθόλου εύκολα κι ανέμελα παιδικά χρόνια, αφού ο βιολογικός της πατέρας, Τσαρλς Χάρμον, παράτησε τη μητέρα της, Βιρτζίνια Κινγκ, μετά από μόλις 2 μήνες γάμου, πριν καν γεννηθεί η ίδια. Για το λόγο αυτό, η μικρή Ντέμι πήρε το επώνυμο Γκάινς του πατριού της, ο οποίος λόγω του ότι άλλαζε συχνά δουλειές, η οικογένεια αναγκαζόταν να μετακομίζει συνεχώς κι έτσι η Ντέμι και οι δύο ετεροθαλείς αδελφοί της, απλώς ακολουθούσαν.

Οι γονείς της είχαν πρόβλημα με το αλκοόλ και συχνά τσακωνόντουσαν ή ασκούσαν βία ο ένας στον άλλο, με αποτέλεσμα η μικρή Ντέμι να μεγαλώνει σε άστατο και ακατάλληλο οικογενειακό περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα αντιμετώπιζε πρόβλημα με το ένα της μάτι και με δυσλειτουργία στα νεφρά.

Με την οικογένειά της μετακόμισε το 1976 στο Λος Άντζελες, όπου υπήρξε συμμαθήτρια με τον Άντονι Κιέντις και τον Μάικλ Μπάλζαρι των Red Hot Chili Peppers και τον ηθοποιό Τίμοθι Χάτον. Στα 16 της, παράτησε το σχολείο μετά από προτροπή της φίλης της, Ναστάζια Κίνσκι, και έβαλε σκοπό να γίνει ηθοποιός.

Βιαστική όσον αφορά τη ζωή της, η Μουρ παντρεύτηκε στα 18 της τον μουσικό της ροκ Φρέντι Μουρ, από τον οποίο πήρε και το επώνυμο που διατηρεί σήμερα, ενώ στο μεταξύ αυτοκτονεί και ο πατριός της. Ο γάμος της κράτησε 4 χρόνια και η ίδια προσπαθεί να φτιάξει τη ζωή της και την καριέρα της.

Ο πρώτος της ρόλος στον κινηματογράφο έρχεται το 1981 με τη δραματική ταινία «Choices», ενώ την επόμενη χρονιά πρωταγωνιστεί στην 3D ταινία τρόμου και επιστημονικής φαντασίας «Parasite», η οποία έκανε θραύση στα drive-in της εποχής. Την ίδια χρονιά (1982) κερδίζει ένα ρόλο στη σειρά «Γενικό Νοσοκομείο», φαίνεται, όμως πως δεν μπορεί να διαχειριστεί καλά το χώρο του θεάματος και τους πρώτους της μισθούς, καθώς από νωρίς ξεκινά την έντονη ζωή με πάρτι και ναρκωτικά.

Ξεκινώντας την επιτυχία από ένα… μπαράκι

Πέρασε και από άλλες τηλεοπτικές σειρές και ταινίες, όπως την κομεντί «Blame it on Rio», όπου υποδύθηκε την κόρη του Μάικλ Κέιν και την επίσης κομεντί «No small affair» στο πλευρό του Τζον Κράιερ, ενώ το 1984 βρέθηκε στο «Μπαράκι του Σαν Έλμο» του Τζόελ Σουμάχερ, σε ένα καστ διασήμων των 80s, ανάμεσα σε Ρομπ Λόου, Άντριου Μακάρθι, Εμίλιο Εστεβέζ (με τον οποίο έχει υπάρξει αρραβωνιασμένη), Άντι Μακ Ντάουελ κ.ά. Λόγω, όμως, του ότι πήγαινε συχνά στα γυρίσματα υπό την επήρεια ουσιών, ο Σουμάχερ αναγκάστηκε να τη διώξει. Τελικά, μετά από μια εβδομαδιαία θεραπεία, επέστρεψε καθαρή και συνέχισε τα γυρίσματα της ταινίας που πραγματευόταν τα προβλήματα και τις σχέσεις επτά νέων που μόλις έχουν αποφοιτήσει από το κολέγιο και κάνουν τα πρώτα τους βήματα στη ζωή.

Το 1986 συμπρωταγωνιστεί και πάλι με τον Ρομπ Λόου (αφού και οι δυο τους ήταν από τους ηθοποιούς που στη διάρκεια των 80s εμφανίζονταν σε διάφορες ταινίες συχνά μαζί, όπως ο Άντριου Μακάρθι, η Μόλι Ρίνγκγουολντ, ο Εμίλιο Εστεβέζ, η Άλι Σίντι, ο Τζαντ Νέλσον κ.ά., γνωστοί και ως «brat pack») στην αισθηματική ταινία «Χθες το βράδυ», μαζί με τον Τζέιμς Μπελούσι και την Ελίζαμπεθ Πέρκινς, σημειώνοντας εμπορική επιτυχία ως ζευγάρι με τον Λόου.

Συνεχίζει με το χλιαρό «One crazy summer» δίπλα στον Τζον Κιούζακ και το 1987 βρίσκεται και πάλι με τον Εμίλιο Εστεβέζ στο «Ζευγάρι των παρανόμων», το οποίο σκηνοθετεί και υπογράφει το σενάριο ο διάσημος ηθοποιός, σε μια ιστορία α λα Ρόμπιν Χουντ. Αυτή τη χρονιά έρχεται «εις γάμου κοινωνία» με το διάσημο ηθοποιό Μπρους Γουίλις, με τον οποίο αποκτά 3 κόρες, αποτελώντας ένα από τα πιο hot ζευγάρια του Χόλιγουντ. Ο γάμος τους, όμως, θα λήξει το 2000.

Το 1988 αλλάζει κινηματογραφικό περιβάλλον και δοκιμάζει την κατηγορία θρίλερ με το «Έβδομο σημάδι», στο ρόλο μιας γυναίκας που μπορεί να σταματήσει το… τέλος του κόσμου.

Το 1989 βρίσκεται στο καστ της κομεντί «We ‘re no angels» του Νιλ Τζόρνταν μαζί με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τον Σον Πεν, όπου βοηθά τους δύο κατάδικους, οι οποίοι βρίσκουν καταφύγιο στην εκκλησία. Ο χαρακτήρας της ονομάζεται Μόλι, όπως και στην αμέσως επόμενη ταινία της, η οποία αποτέλεσε μεγάλη επιτυχία.

Η δραματική ταινία «Αόρατος εραστής» (1990) σκηνοθεσίας Τζέρι Ζούκερ, όπου πρωταγωνιστεί δίπλα στον Πάτρικ Σουέιζι και τη Γούπι Γκόλντμπεργκ, σημειώνει πολύ υψηλές εισπράξεις που ξεπερνούν τα 500 εκατομμύρια, λαμβάνοντας θετικές κριτικές. Η Μουρ υποδύεται τη Μόλι, σύντροφο του Σουέιζι, ο οποίος πέφτει θύμα κλοπής και πυροβολείται θανάσιμα. Στην πορεία, ο Σουέιζι προσπαθεί να επικοινωνήσει με την αγαπημένη του από τον… άλλο κόσμο μέσω της Γκόλντμπεργκ, η οποία υποδύεται το μέντιουμ, δίνοντας κωμική χροιά στην ταινία. Η αμοιβή για το ρόλο της έφτασε τα 350 χιλιάδες δολάρια, η φήμη της, όμως, πήρε καινούργιες, μεγαλύτερες διαστάσεις, συν του ότι κέρδισε βραβείο Saturn, ενώ ταυτόχρονα βρέθηκε υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα.

Κυνηγώντας πιο ώριμους ρόλους

Μετά την επιτυχία του «Αόρατου εραστή» η Μουρ αρχίζει να επιλέγεται για πιο δυνατούς ρόλους στις επόμενες ταινίες της, ενώ κατά τη διάρκεια των 90s, ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη ηθοποιός του Χόλιγουντ. Το 1991, μάλιστα, έκανε και την περιβόητη φωτογράφηση με την Άννι Λίμποβιτς, όπου εμφανίζεται στο εξώφυλλο του Vanity Fair σε προχωρημένη εγκυμοσύνη στη δεύτερη κόρη της, μια φωτογράφηση που εκτίναξε το κασέ της στα ύψη, ενώ μαζί με τον Γουίλις, τον Σιλβέστερ Σταλόνε και τον Άρνολντ Σβαρτζενέγκερ επενδύει στην αλυσίδα εστιατορίων Planet Hollywood. Στην ταινία μυστηρίου «Mortal thoughts» οι απολαβές της φτάνουν το 1 εκατομμύριο δολάρια και το 1992, το ποσό αυτό τριπλασιάζεται με την ταινία «Ζήτημα τιμής» του Ρομπ Ράινερ, όπου βρίσκεται πλάι στον Τζακ Νίκολσον και τον Τομ Κρουζ σε μια στρατιωτική δίκη, με τους προαναφερθέντες να βρίσκονται αντιμέτωποι. Η ταινία βρέθηκε υποψήφια για 4 Όσκαρ, με εισπράξεις άνω των 240 εκατομμυρίων δολαρίων και η Μουρ υποψήφια για βραβείο Mtv καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, αποβάλλοντας για λίγο τη σέξι πλευρά της, υποδυόμενη μια γυναίκα στρατιωτικό.

Στην «Ανήθικη πρόταση» του Έιντριεν Λιν δέχεται την πρόταση του Τζον Γκέιτζ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ) να κοιμηθεί μαζί του για 1 εκατομμύριο δολάρια και η ταινία πηγαίνει καλά εμπορικά καλά, με τη Μουρ να κερδίζει βραβείο Mtv καλύτερου φιλιού με τον Γούντι Χάρελσον, ο οποίος υποδύεται το σύζυγό της.

Αμέσως μετά, στην ταινία «Αποκαλύψεις» του Μπάρι Λέβινσον (1994), η Μουρ απελευθερώνει την αισθησιακή της πλευρά ξανά και παρενοχλεί σεξουαλικά τον Μάικλ Ντάγκλας, ο οποίος τη… μηνύει. Οι εισπράξεις ξεπερνούν τα 200 εκατομμύρια, οι κριτικοί, όμως, δεν κάνουν θετικούς σχολιασμούς για την ταινία – παρ’ όλ’ αυτά, οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η Μουρ είναι το απόλυτο femme fatale.

H επόμενη ταινία της, «Το άλικο γράμμα», μια ταινία εποχής μαζί με τον Γκάρι Όλντμαν και τον Ρόμπερτ Ντιβάλ, βασισμένη πάνω στο μυθιστόρημα του Ναθάνιελ Χόθορν, της επιφυλάσσει μια υποψηφιότητα για… Χρυσό Βατόμουρο, αλλά και για βραβείο Mtv του πιο επιθυμητού θηλυκού.

Άλλη μια εμπορική και καλλιτεχνική αποτυχία την περιμένει το 1996 με τη δραματική ταινία του Μπράιαν Γκίμπσον «Η ένορκος», που της χαρίζει, μετά από τόσες υποψηφιότητες, το Χρυσό Βατόμουρο της χειρότερης ηθοποιού, το οποίο κερδίζει και για τον αισθησιακό της ρόλο στο «Striptease» με τον Μπαρτ Ρέινολντς.

Στο «Striptease», η Μουρ από πρώην γραμματέας του FBI γίνεται στριπτιζέζ και αυτό φυσικά ωθεί πολύ ανδρικό πληθυσμό στους κινηματογράφους, με τις εισπράξεις να ξεπερνούν τα 100 εκατομμύρια, οι κριτικοί και πάλι, όμως, δεν ήταν ευνοϊκοί απέναντι στην ταινία – κάποιοι, όμως, ήταν απέναντι στη Ντέμι Μουρ. Η Αμερικανίδα ηθοποιός, παρά τις απανωτές αποτυχίες, αμείβεται με 12,5 εκατομμύρια δολάρια γι’ αυτό της το ρόλο – ποσό που έσπαγε τα ρεκόρ εκείνη την εποχή. Για να μπει στο «πετσί» του ρόλου, η Μουρ πήγε σε διάφορα κλαμπ με στριπτίζ και γνώρισε τις στριπτιζέζ, μαθαίνοντας τα… μυστικά του επαγγέλματος, ενώ ξεκίνησε και γιόγκα.

Ανάμεσα στις κακές κριτικές και τις αποτυχίες, η Μουρ έχει και μια φωτεινή στιγμή, όταν βρίσκεται για δεύτερη φορά υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα, αλλά και για βραβείο Emmy, για την ερμηνεία της στην τηλεταινία «If these walls could talk» σκηνοθεσίας… Σερ.

Στην επόμενή της ταινία, την «Επίλεκτη» του Ρίντλεϊ Σκοτ –στην οποία είναι και παραγωγός-, πληρώνεται για άλλη μια φορά αδρά για το ρόλο της Τζόρνταν, της γυναίκας που θέλει να μπει στις Ειδικές Δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Για τις ανάγκες του ρόλου η διάσημη ηθοποιός ξυρίζει το κεφάλι της και πάλι, όμως, το Χρυσό Βατόμουρο χειρότερης ηθοποιού έρχεται στα χέρια της. Αμέσως μετά, συνεργάζεται με τον Γούντι Άλεν στην υποψήφια για Όσκαρ κωμωδία «Διαλύοντας τον Χάρι», πλάι στην Κίρστι Άλεϊ, τον Μπίλι Κρίσταλ, την Ελίζαμπεθ Σου, τον Ρόμπιν Γουίλιαμς κ.λπ.

Το 1998 χάνει τη μητέρα της, ενώ το 2000 τελειώνει και ο γάμος της με τον Μπρους Γουίλις, με την ίδια να απέχει από το χώρο αυτό το διάστημα.

Νέα εποχή

Η επιστροφή της στον κινηματογράφο γίνεται το 2000 με το ψυχολογικό θρίλερ «Passion of mind», μια τεράστια εμπορική αποτυχία που λαμβάνει αρνητικές κριτικές, ενώ το 2003 βρίσκεται στο σίκουελ των «Αγγέλων του Τσάρλι», το «Οι Άγγελοι του Τσάρλι: δράση πέρα από τα όρια», μαζί με τους… αγγέλους Κάμερον Ντίαζ, Λούσι Λιου και Ντριού Μπάριμορ, σε ρόλο «κακιάς» έναντι 2 εκατομμυρίων δολαρίων. Μετά και το τελευταίο Χρυσό Βατόμουρo της μέχρι στιγμής καριέρας της που της φέρνει ο ρόλος της ως Μάντισον Λι στην ταινία, η Μουρ κάνει ένα διάλειμμα από τον κινηματογράφο ξανά.

Στο μεταξύ τραβάει όλα τα φώτα της δημοσιότητας πάνω της, λόγω της σχέσης της με τον κατά 16 χρόνια νεότερό της, επίσης ηθοποιό, Άστον Κούτσερ, με τον οποίο καταλήγει σε γάμο το 2005. Οι δυο τους, μαζί με τις κόρες της Μουρ στήνουν ένα «ζεστό» σπιτικό, με τον Μπρους Γουίλις μάλιστα να παρευρίσκεται στο γάμο τους, πρόσφατα, όμως, η ίδια δήλωσε ότι πρόκειται να χωρίσει από τον Κούτσερ και ο λόγος είναι μάλλον η μη πιστή του φύση.

Το 2006 πρωταγωνιστεί στη δραματική ταινία για τη δολοφονία του Ρόμπερτ Φ. Κένεντι «Bobby» του Εμίλιο Εστεβέζ, πλάι στον Άντονι Χόπκινς, τη Σάρον Στόουν, τον Χάρι Μπελαφόντε, αλλά και τον σύζυγό της, κερδίζοντας μαζί με το υπόλοιπο καστ βραβείο από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Χόλιγουντ. Στη συνέχεια πρωταγωνιστεί στο θρίλερ «Flawless» μαζί με τον Μάικλ Κέιν στο Λονδίνο του ‘60, στην ταινία μυστηρίου «Mr. Brooks» με τον Κέβιν Κόστνερ και τον Γουίλιαμ Χαρτ, στην ανεξάρτητη δραματική κομεντί «Χαρούμενα δάκρυα» του Μίτσελ Λιχτενστάιν, στην κομεντί «Μια οικογένεια… ψώνιο» ως σύζυγος του Ντέιβιντ Ντουκόβνι και στην περιπέτεια φαντασίας «Bunkaru».

Αυτή την εποχή το όνομά της είναι ξανά στο προσκήνιο, καθώς εκτός του χωρισμού της με τον Κούτσερ, βρίσκεται και στη δραματική ταινία «Άλλη μια… χαρούμενη μέρα» του Σαμ Λέβινσον με θέμα την αμερικανική μεσοαστική οικογένεια, πλάι στην Έλεν Μπάρκιν και την Έλεν Μπέρστιν. Η ανεξάρτητη δραματική ταινία «Ο δρόμος του χρήματος» που θα προβάλλεται από τα μέσα Δεκέμβρη στους κινηματογράφους, τη φέρνει πλάι στον Κέβιν Σπέισι και τον Τζέρεμι Άιρονς και μέχρι στιγμής λαμβάνει καλές κριτικές. Το θέμα της; Η οικονομική κρίση στις αρχές της (2007-2008) και πώς αντιμετωπίζεται από τα στελέχη ενός αμερικάνικου επενδυτικού κολοσσού.

Ενδεικτική φιλμογραφία: «Choices» (1981), «Parasite» (1982), «Blame it on Rio» (1984), «No small affair» (1984), «St. Elmo’s fire» (1985), «About last night…» (1986), «One crazy summer» (1986), «Wisdom» (1987), «The seventh sign» (1988), «We ‘re no angels» (1989), «Ghost» (1990), «Nothing but trouble» (1991), «Mortal thoughts» (1991), «The butcher’s wife» (1991), «A few good men» (1992), «Indecent proposal» (1993), «Disclosure» (1994), «The scarlet letter» (1995), «Now and then» (1995), «The juror» (1996), «Striptease» (1996), «G.I. Jane» (1997), «Deconstructing Harry» (1997), «Passion of mind» (2000), «Charlie’s Angels: Full throttle» (2003), «Half light» (2006), «Bobby» (2006), «Flawless» (2007), «Mr. Brooks» (2007), «Happy tears» (2009), «The Joneses» (2009), «Bunraku» (2010), «Another happy day» (2011), «Margin call» (2011).