Kριτική θεάτρου: «Ευρυδίκη» της Σάρα Ρουλ

kritiki-theatrou-eurudiki-tis-sara-roul

Η Κόρα Καρβούνη με τον Κώστα Γάκη (σε διπλό ρόλο).

ΤΕΤΑΡΤΗ, 02 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2013

Η Ελένη Πετάση γράφει κριτική για την παράσταση «Ευρυδίκη» ή «Ένα μιούζικαλ στον Άδη» της Σάρα Ρουλ που παρουσιάζεται στο θέατρο Πορεία, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου.

Βασισμένη στο μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, η «Ευρυδίκη» της 38χρονης Αμερικανίδας συγγραφέως, Σάρα Ρουλ, ανοίγει το δικό της διάλογο με θέματα που έχουν απασχολήσει αιώνες ατελείωτους την ανθρωπότητα, όπως η παροδικότητα της ζωής με τις χαρές και τις λύπες της, η έλξη του θανάτου, η αξία της μνήμης, η ασυνεννοησία στον έρωτα, ο πόνος της απώλειας, η προδοσία του λόγου που αδυνατεί να προσδιορίσει την ουσία των συναισθημάτων μας, η καταλυτική σχέση γονιού με παιδί, η εμμονή του καλλιτέχνη προς το έργο του που καθορίζει την εγωκεντρική του στάση απέναντι στους άλλους κ.ά.

Αυτή η Ευρυδίκη παντρεύεται μεν τον Ορφέα, αλλά δίχως τη φλόγα του πάθους, καθώς από την πρώτη στιγμή γίνεται γνωστό πως τους χωρίζει η ίδια γλώσσα: εκείνη λατρεύει τα βιβλία και εκείνος τη μουσική του.

Στην επόμενη σκηνή, η ηρωίδα θα ακολουθήσει έναν Απαίσιο Ενδιαφέροντα Αντρα (πρόσωπο που στη συνέχεια εκπροσωπεί τον Αρχοντα του Κάτω Κόσμου και ενσαρκώνεται στο διπλό του ρόλο από ένα φρενώδη ροκ σταρ, τον Κώστα Γάκη), ο οποίος θα γίνει αφορμή για τη μετάβασή της στην άλλη όχθη.

Και αυτή η μετάβαση θα πραγματοποιηθεί με ένα ασανσέρ μουσκεμένο από καταρρακτώδη βροχή. Φθάνοντας, θα συναντήσει τον πατέρα της (ένας εξαιρετικός Γιάννης Νταλιάνης) και, μην αναγνωρίζοντάς τον, εκείνος θα προσπαθήσει να της επαναφέρει τη μνήμη, να της μάθει ξανά τη λειτουργία των λέξεων ξαναχτίζοντας έτσι τον ανθρώπινο ορίζοντα που χάνεται στην χώρα των νεκρών (η Ρουλ, εξάλλου, εισάγει εδώ την ιδέα ενός μεσοδιαστήματος, όπου οι πεθαμένοι μπορούν ακόμη να αισθάνονται, να θυμούνται και να επικοινωνούν).

Ο Ορφέας θα την αναζητήσει και θα την πείσει να επιστρέψει μαζί του στον Πάνω Κόσμο. Ομως, στη διαδρομή, η Ευρυδίκη θα αλλάξει γνώμη, προκαλώντας το βλέμμα του, που θα την επαναφέρει στον Αδη και κατ' επέκταση στη -σχεδόν ερωτικά- διεκδικητική πατρική αγκαλιά, γεγονός που επιδέχεται πολλές ερμηνείες, πέραν του ότι, όπως δηλώνει η συγγραφέας, το κείμενο αυτό γράφτηκε προς τιμήν του πατέρα της που πέθανε από καρκίνο.

Εκεί, ο χυδαίος, βίαιος Αρχοντας του Κάτω Κόσμου σπέρνει τον τρόμο, ενώ οι τρεις μόνιμοι κάτοικοί του, που φέρουν την ονομασία Πέτρες, σχολιάζουν με ειρωνεία και εν είδει χορού αρχαίας τραγωδίας όλα όσα συνιστούν τη σημειολογία του θανάτου, προτρέποντας την ηρωίδα να λησμονήσει την επίγεια ζωή της.

Εργο παράξενο, με υπόγειο σαρκασμό και ποιητικές νύξεις, αλλά και βασικές αδυναμίες, όπως στην υποστήριξη των περιπλεγμένων ψυχαναλυτικών απόψεων του και των χαρακτήρων του, έτσι ώστε να γίνουν πιστευτοί, συνδυάζει την πραγματικότητα με τη φαντασία.

Ο Δημήτρης Τάρλοου το χειρίστηκε με ιδιαίτερη φροντίδα -θα έλεγα πως η ευφάνταστη σκηνοθεσία του αναβάθμισε το έργο-, μετατρέποντάς το σε «ένα μιούζικαλ στον Αδη», όπως δηλώνει και στον υπότιτλό του.

Με καθοριστικούς παράγοντες το νερό (στην εξάμετρη μακρόστενη πισίνα που παραπέμπει στην αρχαιοελληνική δίοδο από τον έναν κόσμο στον άλλο, οι ηθοποιοί κυριολεκτικά κολυμπούν), τη μουσική της ταλαντούχας Κατερίνας Πολέμη, την οποία εκτελούν ζωντανά οι Πέτρες (Νεφέλη Μαρκάκη, Ελένη Μπούκλη, Σωκράτης Πάτσικας) και τα εντυπωσιακά σκηνικά της Ελένης Μανωλοπούλου, δημιούργησε μια μυστηριώδη υπερβατική ατμόσφαιρα.

Ο Λαέρτης Μαλκότσης και η Κόρα Καρβούνη στους κεντρικούς ρόλους έδωσαν αξιοπρεπείς ερμηνείες, χωρίς όμως να καταφέρνουν να αποδώσουν αυτή τη χρυσή τομή που διαχωρίζει τη ζωή από το θάνατο.

ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ [email protected]