Κριτική: Είδαμε τον «Ιβάνοφ» του Τσέχοφ

ibanof-tsexof
ΔΕΥΤΕΡΑ, 01 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2019

Από την Ελένη Πετάση.

«Εσείς τι γνώμη έχετε για τον Ιβάνοφ;» ρωτάει το κοινό στο τέλος της παράστασης η Άντζελα Μπρούσκου.

Γιατί πράγματι ο αινιγματικός ήρωας στο ομώνυμο έργο του Τσέχοφ δεν είναι εύκολο να εγκλωβιστεί σε μία κατηγορία. Είναι άραγε ο άντρας που παντρεύτηκε την πλούσια Εβραία Άννα Πετρόβνα μόνο από υστεροβουλία; Και όταν εκείνη στερήθηκε την περιουσία της, αλλάζοντας την πίστη της για χάρη του, εκείνος έχασε κάθε ενδιαφέρον; Πόσο μάλλον όταν αρρώστησε βαριά από φυματίωση και όπως του καταλογίζει ο γιατρός Άβοβ, η απόλυτη αδιαφορία του την οδηγεί στον θάνατο.

Ή μήπως τα νεανικά του όνειρα ακυρώθηκαν ενώ η χρεοκοπία του και αυτή η νωθρή επαρχιώτικη ζωή γεμάτη ανηθικότητα, ανία και ψέμα τον πνίγουν και τον βυθίζουν στην αδράνεια; Όλα τα πρόσωπα του έργου εκφέρουν επιπόλαια τη γνώμη τους για τον χαρακτήρα του. Είναι εθισμένα, εξάλλου, στο κουτσομπολιό, την ματαιοδοξία, την υπαρξιακή κενότητα, κάθε είδους ευκολία, μη μπορώντας να διακρίνουν τις επερχόμενες σημαντικές κοινωνικο-πολιτικές αλλαγές.                    

Και αυτός που κάποτε έσφυζε από ζωντάνια και ενέργεια, πιστεύοντας σε ένα καλύτερο μέλλον, τώρα - αν και είναι μόνο τριάντα πέντε χρονών -  νοιώθει ανήμπορος να αντιδράσει. Ακόμη κι η προσπάθεια του να βρει «καταφύγιο» σε μια καινούρια ερωτική ιστορία αποτυγχάνει.

Κατ΄ επέκταση, γεμάτος ενοχές, ομολογεί πως όλα του φαίνονται πια δίχως νόημα. «Όπου κι αν πάω κουβαλώ την αγωνία, την κρύα πλήξη, τη δυσαρέσκεια, την απέχθεια για τη ζωή...Ξόφλησα οριστικά». Πού οδηγεί μια τέτοια ομολογία; Στον θάνατο.

Ο Τσέχοφ δεν δίνει απαντήσεις. Εντοπίζει το βλέμμα του στην πολύπλευρη προσωπικότητα του Ιβάνοφ, υποστηρίζοντας ότι δύσκολα κανείς μπορεί να τον κρίνει ή να τον καταλάβει, όπως δεν μπορεί να καταλάβει οιανδήποτε άλλον, ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό.

Η Άντζελα Μπρούσκου επιδιώκει να αναδείξει τον αμφίσημο χαρακτήρα του μέσα στο πλαίσιο του τοξικού του περιβάλλοντος.

Μεγάλο μέρος της παράστασης απεικονίζει ένα ατελείωτο παρακμιακό πάρτι. Ωστόσο αυτό το πλήθος από γελοία, στυλιζαρισμένα ανθρωπάκια που φορούν περούκες, καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες βότκα, παίζουν μουσικές, επιδίδονται σε ξέφρενους  χορούς και αναλώνονται σε ανόητες κουβέντες, αν και διαθέτουν επιδέξια κίνηση, μόνο επιφανειακά πλησιάζουν την ουσία του έργου. Πόσο μάλλον όταν οι συνεχείς φωνασκίες τους  - και μάλιστα σε μία τόσο μικρή αίθουσα όσο αυτή στο θέατρο της οδού Κυκλάδων - επισκιάζουν τον λόγο και γίνονται ενοχλητικές.

Γενικότερα το σκηνοθετικό εγχείρημα, που παραπαίει ανάμεσα στο δράμα και την σάτιρα, στερείται βάθους και ο άνισος θίασος του (κάποιοι ηθοποιοί, μάλιστα, αγγίζουν τα όρια του ερασιτεχνισμού) αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποκριτικές απαιτήσεις που υπαγορεύει το κείμενο του Τσέχοφ.

Ξεχωρίζουν ο Ανδρέας Κωνσταντίνου (Ιβάνοφ) και ο Τζιμάρας Τζανάτος (Λιεμπέντεφ) που σχεδιάζουν με σαφήνεια και μέτρο τους ρόλους τους. Η Παρθενόπη Μπουζούρη ερμηνεύει στέρεα αλλά αναμενόμενα την φθισική Άννα, ενώ ο υπερφίαλος κόμης του, Αλμπέρτο Ασκενάζυ, προσθέτει μια εύφορη νότα και η Άντζελα Μπρούσκου υποδύεται με ηθελημένη εκζήτηση μια διαβολεμένη τοκογλύφο.

Ελένη Πετάση - [email protected] 

Info
Θέατρο οδού Κυκλάδων
Κυκλάδων 11 και Κεφαλληνίας
Κυψέλη