«Himmelweg»: Ο δρόμος για τον ουρανό περνάει μέσα από τη σιωπή

himmelweg
ΔΕΥΤΕΡΑ, 10 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019

Η φρίκη είναι αόρατη.

Αυτός είναι ο βασικός πυρήνας του έργου «Himmelweg- Ο δρόμος για τον ουρανό», του Ισπανού συγγραφέα Χουάν Μαγιόργκα- σχεδόν όποτε ακούς ισπανικό έργο σημαίνει σε μετάφραση της Μαρίας Χατζηεμμανουήλ-, το οποίο παρουσιάστηκε σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη στην Πειραιώς 260, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.

Το έργο του Μαγιόργκα φέρει ένα τεράστιο ιστορικό βάρος, μιας και καταπιάνεται με τη φρίκη του Ολοκαυτώματος, ωστόσο, η ουσία του είναι εξαιρετικά επίκαιρη και διαχρονική. Ίσως γιατί η ίδια η φρίκη είναι διαχρονική.

Το έργο: Σιωπή
Θέλοντας να αναδείξει την διαχρονικότητα της ιστορίας του και πόσο μας αφορά σήμερα, ο Μαγιόρκα εμπνέεται από ένα πραγματικό γεγονός αλλά δεν το κατονομάζει ποτέ. Το ιστορικό αυτό γεγονός αφορά την επίσκεψη, το 1944, ενός απεσταλμένου του Ερυθρού Σταυρού στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Εβραίων Τερεζίν, κοντά στην Πράγα, το οποίο χρησιμοποιείτο ως ενδιάμεσος σταθμός πριν το Άουσβιτς.

Η λέξη «Himmelweg» σημαίνει «Ο δρόμος προς τον ουρανό». Έτσι κυνικά ονόμαζαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης το τελευταίο μέρος πριν τους θαλάμους αερίων, τους οποίους επίσης κυνικά ονόμαζαν θεραπευτήριο.

Elina Giounanli

Στο στρατόπεδο τον περιμένει μια μεγάλη φάρσα, μια κατασκευασμένη κανονικότητα, μια δυστοπία που υποκρίνεται την ουτοπία. Η ναζιστική κυβέρνηση γνωρίζοντας καιρό για την επίσκεψη και θέλοντας να καθησυχάσει τις φήμες για σκελετωμένους κρατούμενους με ριγέ στολές στήνει ένα θεατρικό παιχνίδι με τους κρατούμενους με μόνο θέμα την κανονικότητα. Στην πορεία γύρισαν και μια ταινία με τίτλο «Ο Φύρερ χαρίζει μια πόλη στους Εβραίους».

 Ο Μαγιόργκα εμπνεύστηκε από αυτή την πραγματική ιστορία που άκουσε σε πηγαδάκι σε ένα συνέδριο φιλοσοφίας και έγραψε το «Himmelweg» το 2004 βάζοντας ως στόχο όχι να αποκαταστήσει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά να διερευνήσει το μηχανισμό της απάτης και της συνείδησης επιλέγοντας χαρακτήρες οικείους και ελκυστικούς.

Στο θεατρικό ο διοικητής, και καθόλου τυχαία λάτρης του θεάτρου, ενορχηστρώνει μαζί με τον διερμηνέα του, όπως αποκαλεί τον Εβραίο με το όνομα Γκότφριντ που έχει επιλέξει για να συντονίζει τις «πρόβες» και να εμψυχώνει τους υπόλοιπους κρατούμενους, μια ολόκληρη παράσταση καθησυχασμού του απεσταλμένου, τον οποίο μάλιστα προτρέπει να ανοίξει καλά τα μάτια του και να δει την πραγματικότητα στο στρατόπεδο. Όμως εκείνος δεν βλέπει. Δεν μπορεί, δεν θέλει. Στερείται του απαραίτητου νοητικού και συναισθηματικού υπόβαθρου, υποστηρίζει ο συγγραφέας, με αποτέλεσμα να γράψει στην αναφορά πως «είδε μια σχεδόν φυσιολογική πόλη».Το πιο τρομακτικό όμως είναι, όπως λέει ο Μαγιόρκα, πως αυτό τον ήρωα τον αναγνωρίζει σε πολλούς γνωστούς του, ίσως και στον ίδιο του τον εαυτό. 

Η παράσταση: «Ο καπνός έχει σκιά»
Μπορεί τον Μαγιόργκα να μην τον ενδιαφέρει να αποκαταστήσει το ιστορικό γεγονός, την Καρακούλη όμως την ενδιαφέρει η ιστορική εγγύηση. Γι’ αυτό και παρόλο που ακολουθεί πιστά το κείμενο και τις αφηγηματικές μορφές που χρησιμοποιεί, φροντίζει να πλουτίσει την παράσταση με προβολές ντοκουμέντων ώστε να γίνεται η σύνδεση με το πραγματικό γεγονός- στην σύνδεση με το ιστορικό γεγονός προσθέτει και η έκθεση που ακολουθεί στο τέλος της παράστασης με φωτογραφικά ντοκουμέντα, ενώ η εικαστική εγκατάσταση που καλωσορίζει το κοινό δίνει γεύση της παραπλάνησης όπως την βλέπουμε να λειτουργεί στο έργο.

Ακολουθώντας τη δομή του θεατρικού, η Καρακούλη ξεδιπλώνει την ιστορία σε πέντε κεφάλαια χρησιμοποιώντας τη θεατρική σκηνή και το βίντεο, το οποίο διαθέτει λειτουργικό ρόλο στην παράσταση που δεν εξαντλείται μονάχα στην αναπαραγωγή των ιστορικών ντοκουμέντων. Στο βίντεο προβάλλονται σκηνές από τις πρόβες και την παράσταση που παρακολούθησε ο απεσταλμένος του Ερυθρού Σταυρού στο στρατόπεδο, συμβολίζοντας κατά κάποιο τρόπο την ιδέα της κατασκευής, της εξαπάτησης, την προπαγάνδας- και παράλληλα στη σκηνή βλέπουμε τον πώς στήνεται αυτό το ψέμα. Το βίντεο επίσης δηλώνει την αρχή κάθε κεφαλαίου, ενώ βρίσκει και διάφορες άλλες λειτουργικές χρήσεις- στο βίντεο πχ εμφανίζονται οι βιβλιογραφικές αναφορές του διοικητή ή το καστ μέσω φωτογραφιών για την φρικτή παράσταση στο στρατόπεδο.

«Τρέχα, Ρεβέκα, έρχεται ο Γερμανός!»

Στη θεατρική σκηνή- απλή, με ένα σωρό από βαλίτσες στη μία γωνία που στήνονται και ξεστήνονται στη διάρκεια της παράστασης- εμφανίζονται μόνο τα τρία κεντρικά πρόσωπα της ιστορίας, ενώ οι υπόλοιποι- με εξαίρεση το νεαρό ζευγάρι και το κορίτσι με την κούκλα που κάνουν ένα πέρασμα από τη σκηνή- υπάρχουν μόνο στις βιντεοπροβολές.

Elina Giounanli

Πρώτος ο απεσταλμένος του Ερυθρού Σταυρού, Θανάσης Δήμου, ανοίγει την παράσταση με τον εύγλωττο, πειστικά ενσαρκωμένο, παραστατικό μονόλογό του και την επίμονη διάθεση αποποίησης των ευθυνών του. Αν και ήρεμος, δεν μπορεί να ησυχάσει γι’ αυτό και ξανασκέφτεται την ιστορία συνεχίζοντας να δικαιολογεί τον εαυτό του που δεν μπόρεσε να δει. Το μόνο που δεν τον αφήνει ήσυχο είναι η Ιστορία που βρυχάται κάθε λίγο.

 Έπειτα η σκηνή σβήνει για να προβληθεί μονταρισμένο υλικό από τις πρόβες των κρατουμένων για την παράσταση κανονικότητας που έχουν να δώσουν. Αυτό το κομμάτι διαρκεί αρκετά, και μάλλον σκόπιμα, καθώς η συνεχής επανάληψη και η κινησιολογία των χαρακτήρων αναδεικνύουν  την δυσκολία τους, αν όχι αδυναμία, να ταυτιστούν με το ρόλο.

Στην πορεία βλέπουμε ποιος είναι ο μαέστρος πίσω από όλα αυτά. Ο διοικητής του Νίκου Ψαρρά μάλλον αποτελεί την απόλυτη ενσάρκωση του διοικητή του Μαγιόργκα και της κοινοτυπίας του κακού όπως την ορίζει η Άρεντ. Είναι όμορφος, ελκυστικός, συμπαθητικός. Ο Ψαρράς, ερμηνευτικά ώριμος, ακριβής και δίχως να εκτροχιάζεται σε έντονες ή υπερβολικές εκφράσεις, ισορροπεί επιδέξια πάνω στη σκηνή και το συναισθηματικό φάσμα του ρόλου του. Βγαίνει στη σκηνή για τον δικό του μονόλογο αποδεικνύοντας πως καμιά στερεοτυπική όψη του κακού δεν έχει, και παρόλα αυτά αγγίζει την παράνοια και την αλαζονεία. 

Γι’ αυτό και τελικά δύναται να έρθει πιο κοντά με το θύμα του, τον Γκότφριντ του Δημήτρη Παπανικολάου, ο οποίος έρχεται στη σκηνή εγκαινιάζοντας μια διαφορετική δομή στην παράσταση. Πλέον οι ήρωες υπάρχουν ταυτόχρονα στη σκηνή και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους αλλά και με το βίντεο. Ο Παπανικολάου βγαίνει τρομαγμένος στη σκηνή με το σώμα του να μας επικοινωνεί συνεχώς τονφόβο, την αμηχανία και την αγωνία του σε μια ερμηνεία ήσυχη, έντονη μέσα στην ησυχία της και εκφραστικά πάνω από εύστοχη.

Elina Giounanli

Η σχέση των δύο εξελίσσεται θολώνοντας τα όρια που στο μυαλό μας είναι ξεκάθαρα, θύτης και θύμα. Αυτή η σχέση παρουσιάζεται εξαιρετικά στη σκηνή δίνοντάς της θεατρικό χρόνο για να διαμορφωθεί και να δικαιολογηθεί- ο Γκότφριντ  σε κάποιο σημείο ξεχνιέται και ακουμπά σαν φίλος στον ώμο τον διοικητή, είναι άλλωστε συνυπεύθυνοι για την παράσταση των κρατουμένων. 

«Όταν ο ηθοποιός καρφώνει ένα καρφί, το καρφώνει, αλλά ταυτόχρονα δεν κάνει τίποτε»

Σύμφωνα με την Καρακούλη, αυτό που την ενδιέφερε να αναδείξει με το έργο ήταν δύο πράγματα, η έννοια της παραπλάνησης και η λειτουργία του θεάτρου. Το πρώτο το ανέδειξε με τους ηθοποιούς της και μένοντας κοντά στο κείμενο του Μαγιόργκα. Για το δεύτερο κάθε μετάδοση πρόβας κρατουμένων στον προβολέα και κάθε προβολή της από τον διοικητή και τον Γκότφριντ μας υπενθυμίζει πως αυτό το θεατρικό παιχνίδι που βλέπουμε- και κάποιες φορές γελάμε- είναι ένα αληθινό ψέμα σε μια μεγάλη παράσταση που ονομάζεται ζωή, πραγματικότητα, Ιστορία. Ο Μαγιόργκα μάλιστα, μιλώντας μετά την πρεμιέρα της παράστασης, παρατήρησε πως κάποια στιγμή το κοινό γελάει με όσα γίνονται στη σκηνή και ο διοικητής γυρίζει κοιτάζοντάς το, σαν να του ζητάει το λόγο.

Γι’ αυτό και είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε αυτό το «teatro mundi», όπως λέει και ο συγγραφέας, να παρατηρήσουμε τον δικό μας ρόλο. Γιατί μπορεί να τον ερμηνεύουμε εμείς, αλλά ποιος τον έχει γράψει;

Τελικά επιθυμώντας να θέσει αυτή την προβληματική, όπως το επιθυμεί άλλωστε και ο ίδιος ο Μαγιόργκα με το κείμενό του, η Καρακούλη φορτίζει ιστορικά την παράσταση, αποφεύγοντας τους διδακτικούς τόνους και ποντάροντας μάλλον περισσότερο στην έννοια της αφύπνισης. Στην ιστορία άλλωστε οι περισσότεροι θα ήμασταν απεσταλμένοι του Ερυθρού Σταυρού. Η ιστορία δεν μπορεί να ξεγραφτεί αλλά ο απεσταλμένος την επόμενη φορά μπορεί να είναι πιο προσεκτικός και να παρατηρήσει γιατί κι «ο καπνός έχει σκιά».

Συντελεστές
Μετάφραση: Μαρία Χατζηεμμανουήλ
Σκηνοθεσία: Έλενα Καρακούλη
Σύλληψη - Εικαστική επιμέλεια: Εύα Νάθενα
Συνεργάτιδα σκηνογράφος - ενδυματολόγος: Εβελίνα Δαρζέντα
Κίνηση: Φαίδρα Σούτου
Πρωτότυπη μουσική - Μουσική επιμέλεια: Violet Louise
Βίντεο: Άγγελος Παπαδόπουλος
Φωτισμοί: Nίκος Βλασόπουλος
Μακιγιάζ: Κατερίνα Μιχαλούτσου
Επιμέλεια έκθεσης φουαγιέ: Αλέγια Παπαγεωργίου
Παίζουν: Νίκος Ψαρράς, Δημήτρης Παπανικολάου, Θανάσης Δήμου, Ηλίας Ανδρέου, Έλλη Παπανικολάου, Μελισσάνθη Ρεγκούκου
Διεύθυνση παραγωγής: Μανόλης Σάρδης - Pro4
Βοηθός διευθυντή παραγωγής: Χριστίνα Πολυχρονιάδου
Στο  βίντεο της παράστασης συμμετείχε εθελοντικά η ηθοποιός Κίττυ Παϊταζόγλου και οι: Άρης Αλεξόπουλος, Σωτήρης  Αναστασίου, Παντελής Βαλλιάνος, Κωνσταντίνος Δημοσθένους, Οδυσσέας Δημοσθένους, Γιώργος Κόκκωνας, Κατερίνα Λαζοπούλου, Βαγγέλης Λυκούδης, Μάνος Λιγνός, Στέλιος Μπάραμπας, Ηρώ Οικονομοπούλου, Κοσμάς Σιώτας, Γαβριήλ Τομπαλίδης, Θοδωρής Τομπαλίδης, Αλέξης  Τσακαλάκος , Ισαβέλλα Τσακαλία, Άσπα Τσαουσάκη,Αντώνης Φαναρτζής, Νίκος Φλεβάρης, Έκτορας Χόφμανν, Πάνος Ψαρράς

ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ / [email protected]