Kαλλιόπη Παναγιωτίδου: «Η ανάγκη να ανήκουμε σε μία φυλή θα είναι πάντα επίκαιρη»

kalliopi-panagiotidou Elina Giounanli
ΠΕΜΠΤΗ, 28 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2019

Η ηθοποιός συμμετέχει στην παράσταση «Φυλές» σε σκηνοθεσία του Τάκη Τζαμαργιά στο Θέατρο Σταθμός.

Μετά την επιτυχημένη περσινή παρουσίασή της, η παράσταση «Φυλές» της Νίνα Ρέιν σκηνοθεσια Τάκη Τζαμαργιά επέστρεψε φέτος στη σκηνή του Θεάτρου Σταθμός. Πρόκειται για μία αλληγορία που εστιάζει στην περιπλοκότητα της επικοινωνίας μέσα στον μικρόκοσμο της φυλής μας, της ίδιας μας της οικογένειας, στα πιο κοντινά μας άτομα, εκείνα δηλαδή που «αγαπάμε και γνωρίζουμε πιο πολύ». Τελικά ο λόγος μπορεί να είναι τόσο περιοριστικός όσο η σιωπή; Και η σιωπή μπορεί να είναι το ίδιο εύγλωττη με το λόγο;

Η ηθοποιός Kαλλιόπη Παναγιωτίδου συστήνεται στο click@life και μας δίνει τις απαραίτητες απαντήσεις.

Γεννήθηκα εντελώς τυχαία στη Λαμία και μεγάλωσα στη Λάρισα, όπου κι έμεινα ως τα 18 μου, οπότε και ήρθα στην Αθήνα για να σπουδάσω στη Νομική. Στο τρίτο έτος της Νομικής σχολής, αποφάσισα να δώσω εξετάσεις σε Δραματική σχολή και κάπως έτσι άρχισαν οι σπουδές μου στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Τελικά αποφοίτησα και από τις δύο με διαφορά ενός εξαμήνου.

Ζω από την ημέρα που ήρθα στην Αθήνα, στα Άνω Πατήσια. Αυτό που μου άρεσε σε αυτή την περιοχή ήταν ότι θύμιζε παλιά αθηναϊκή γειτονιά. Ειδικά εκεί που βρισκόταν το πρώτο μου σπίτι, στην Κυπριάδου, ήταν πραγματικά σαν να βρίσκεσαι κάπου αλλού και όχι τόσο κοντά στο κέντρο της Αθήνας. Μου αρέσει επίσης που κάτω από το σπίτι μου μπορώ να βρω τα πάντα χωρίς να ταλαιπωρηθώ με μετακινήσεις, από σουπερμάρκετ ως τράπεζες και ένα πολύ καλό δίκτυο αστικών συγκοινωνιών. Με τα χρόνια βέβαια αυτό που με έχει κουράσει είναι ότι πια ακόμη και αυτή η απόσταση μου φαίνεται μακριά από το κέντρο. Βρίσκομαι καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας σε δουλειές στο κέντρο, πολλές φορές και με κενά στο μέσο της ημέρας, κατά τα οποία δεν μπορώ να πάω σπίτι και να επιστρέψω.

Νομίζω το πρώτο επάγγελμα που μου είχε κινήσει το ενδιαφέρον ήταν αρχαιολόγος. Κι αυτό νομίζω γιατί μου άρεσε πάντα να φαντάζομαι πως ήταν άλλες εποχές, άλλοι πολιτισμοί, η σύνθεση των κομματιών μιας ιστορίας, της ιστορίας. Για τον ίδιο λόγο μου άρεσε πάρα πολύ και η λογοτεχνία και νομίζω ότι τελικά γι’ αυτό κατέληξα να συνδεθώ με το θέατρο. Για τη σύνθεση μια ιστορίας που θα σε παίρνει από το χέρι.

Θυμάμαι ότι το θέατρο μου άρεσε από παιδί και ό,τι σχετιζόταν με την αφήγηση μιας ιστορίας και την αναπαράστασή της. Γι’ αυτό και πήγαινα, όσο γινόταν, από μικρή στο θέατρο. Παρ’ όλα αυτά θυμάμαι ότι σε αρκετά μικρή ηλικία είχε τύχει να δω στο Θεσσαλικό Θέατρο «το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ». Εκεί απ’ο,τι φαίνεται η παράσταση με συνεπήρε γιατί για πολύ καιρό δεν μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου αυτή τη σκληρή ιστορία. Από εκεί και έπειτα άρχισα να φλερτάρω πιο έντονα με το θέατρο. Πιθανότατα γιατί εκείνη τη βραδιά μετακινήθηκα συναισθηματικά πολύ για πρώτη φορά.

Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ποιες είναι οι καλλιτεχνικές μου επιρροές. Είμαι άλλωστε πολύ νέα. Πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό έχω επηρεαστεί από τους ανθρώπους που υπήρξαν δάσκαλοί μου και τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκα μετέπειτα. Τους ευγνωμονώ που βρέθηκαν στο δρόμο μου και από όλους έχω κρατήσει πολύτιμα δώρα.

Οι «Φυλές» είναι ένα πολυπρισματικό έργο, που με κεντρικό θέμα τη διαφορετικότητα, το θέμα της κώφωσης δηλαδή, τελικά καταφέρνει να θίγει θέματα που αγγίζουν τους πάντες. Διαδραματίζεται στο Λονδίνο, σε ένα αστικό σπίτι. Οι χαρακτήρες απαρτίζουν μια πενταμελή οικογένεια διανοούμενων, όπου το ένα εκ των τριών παιδιών είναι εκ γενετής κωφό. Η πάλη που έχει δοθεί προκειμένου ο Μπίλι, το κωφό μέλος της οικογένειας, να εξισωθεί με τα υπόλοιπα μέλη και να μη διαφέρει σε τίποτε, μη αναγνωρίζοντας στην πραγματικότητα το θέμα της κώφωσής του, καταρρέει όταν εισέρχεται στο σπίτι η Σύλβια. Η Σύλβια είναι μεταγλωσσική κωφή, γεννήθηκε από εκ γενετής κωφούς γονείς και όταν τη συναντάμε στο έργο χάνει σταδιακά την ακοή της, δεν είναι δηλαδή εκ γενετής κωφή. Είναι ένας χαρακτήρας που φέρει στην πραγματικότητα μια μεγάλη αντιθετικότητα ως προς την οικογένεια, γιατί είναι ενεργό μέλος της Κοινότητας Κωφών. Οπότε η σύγκρουση των δύο κόσμων είναι αναπόφευκτη και φτάνει έως του σημείου της αμφισβήτησης της μεταξύ μας επικοινωνίας συνολικά, σε όποιον κόσμο και αν βρισκόμαστε, κωφών ή ακουόντων.

Elina Giounanli
Το έργο χρησιμοποιεί πολύ απλά, σχεδόν πρωταρχικά γνωρίσματα ανθρωπίνων σχέσεων, όπως είναι η λειτουργία της οικογένειας, που καταλήγουν αρκετά κωμικά σε πολλά σημεία, ακόμη κι αν είναι ακραία ή σκληρά. Ακριβώς επειδή είναι αναγνωρίσιμα σε όλους μας, επιτυγχάνει την ταύτιση με πολύ απλό, σχεδόν μη αντιληπτό τρόπο, ώστε όταν πια «σκάει» το πρόβλημα, πολύ απλά συνειδητοποιείς ότι το πρόβλημα υπήρχε εκεί εξ αρχής απλώς κι εσύ ως θεατής συμπεριφέρθηκες όπως οι χαρακτήρες του έργου. Είναι δηλαδή τόσο ισχυρή η επιχειρηματολογία του που σε έχει πείσει, έως τη στιγμή που ανατρέπεται. Γι’ αυτό και η γκάμα των συναισθημάτων που διανύεις και ως ηθοποιός και ως θεατής ποικίλλει σε πολύ μεγάλο βαθμό και ακροβατεί μεταξύ κωμωδία και τραγωδίας.

Γράφτηκε σχεδόν πριν δέκα χρόνια και εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και θα είναι επίκαιρο. Διότι αυτό που διαπραγματεύεται –εξού και ο τίτλος του- είναι η ανάγκη να ανήκεις κάπου, σε μια φυλή. Τα κοινά γνωρίσματα, οι κοινές εμπειρίες, ο διαχωρισμός μας από τους άλλους που μας καθιστά συγγενείς, είτε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά, είναι αυτό που πολλές φορές προσπαθούμε να παλέψουμε διεκδικώντας μια ελευθερία, την οποία επίσης πολλές φορές δεν μπορούμε να την αντέξουμε. Ακόμη και οι επικριτές όλων των κοινοτήτων και των γκέτο τελικά απαρτίζουν μια κοινότητα αυτοτελή λόγω της συγγένειας που αισθάνονται ως οι «έξω από όλα». Ακροβατούμε ανάμεσα στο political correct και στο political incorrect με τραγικές συνέπειες τουλάχιστον τα τελευταία 100 χρόνια.

Elina Giounanli
Το θέατρο που θέλω να κάνω είναι αυτό που μετά την παράσταση ο θεατής μιλάει γι’ αυτό, τον έχει μετακινήσει, τον απασχολεί, το κουβαλάει, τον κάνει να ονειρεύεται έστω και για λίγο. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από αυτή την παράσταση υπήρξε άτομο που μου είπε ότι θέλει να μάθει νοηματική, για την ισότιμη επικοινωνία των κωφών. Όπως έχει πει ένας πολύ καλός μου φίλος, αν καταφέρουμε ένα αγόρι να φύγει κρατώντας σφιχτά το χέρι της κοπέλας του, κάτι έχουμε πετύχει.

Αισθάνομαι υπερήφανη για τους φίλους μου που με στηρίζουν, με εμπνέουν και πορευόμαστε μαζί και για το γεγονός ότι κατάφερα η καθημερινότητά μου να είναι γεμάτη όμορφες στιγμές. Γιατί τα όνειρα νομίζω δεν έρχονται ποτέ όταν τα περιμένεις και όταν έρχονται δεν είναι τόσο ελκυστικά όσο όταν τα ονειρευόσουν. Φτιάχνοντας την καθημερινότητά μου με τους ανθρώπους και τα πράγματα που αγαπάω, έχω πετύχει να είμαι χαρούμενη και αυτό είναι ένα όνειρο που έχει διάρκεια.

Αυτό το διάστημα επιμελούμαι σε συνεργασία με τη Μαρία Ρεντίφη, ένα πρόγραμμα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά με συμμετέχοντες άνω των 60 ετών. Είναι κάτι που θα διαρκέσει ως την άνοιξη και θα καταλήξει σε μια παράσταση από την ομάδα που έχει δημιουργηθεί, με υλικό που θα προκύψει από τις μεταξύ μας συναντήσεις. Ταυτόχρονα έχω τη χαρά να είμαι βοηθός σκηνοθέτη στην παράσταση που πρόκειται να σκηνοθετήσει ο Γιώργος Κουτλής στη σκηνή Κατίνα Παξινού, με τίτλο «Παίζοντας το Θύμα» των αδερφών Πρεσνιακώφ, με τον οποίο ήμασταν συμφοιτητές στη σχολή και αυτή είναι η πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα στην Ελλάδα μετά τη συνέχιση των σπουδών του στη Ρωσία.

Μετάφραση: Έρι Κύργια Σκηνοθεσία: Τάκης Τζαμαργιάς

Σκηνικά – Κοστούμια: Εδουάρδος Γεωργίου Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου Μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης Βοηθός σκηνογράφου: Έλλη Αποστολάκη Βοηθός σκηνοθέτη: Χρήστος Τζαμαργιάς Βίντεο:  Δήμητρα Τρούσα  Σύμβουλος δραματουργίας: Ελένη Μολέσκη Επιστημονικός σύμβουλος: Κωνσταντίνος Σαμαράς

Ερμηνεύουν: Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη, Νίκος Γεωργάκης, Μάνος Καρατζογιάννης, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Ελένη Μολέσκη, Καλλιόπη Παναγιωτίδου

Παραγωγή:  Lead-in-Arts ΑΜΚΕ, Θέατρο Σταθμός

Το Θέατρο Σταθμός ευχαριστεί τον κύριο Παμίνο Μανέ για την παραχώρηση μέρους του σκηνικού.

Info
Θέατρο Σταθμός, Βίκτωρος Ουγκώ 55, Αθήνα (Μετρό Μεταξουργείο) Τηλέφωνο πληροφοριών: 210 52 30 267. Μέρες & Ώρες Παραστάσεων: κάθε Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 18:00. Εισιτήριο: Κανονικό: 15€, Φοιτητικό: 12€, Ανέργων, ΑΜΕΑ, άνω των 65: 10€ Διάρκεια: 110 λεπτά.

ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΑΡΑΖΗ