Βάνα Πεφάνη: «Προτιμάμε να γίνουμε θύτες γιατί φοβόμαστε…»
Η Βάνα Πεφάνη σκηνοθετεί και υπογράφει τη θεατρική διασκευή (μαζί με τον Γιάννη Καρκανεβάτο) του μυθιστορήματος «Ιερουσαλήμ» του Γκονσάλο Ταβάρες, ερμηνεύοντας παράλληλα έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στην παράσταση που παρουσιάζεται από τις 14 Σεπτεμβρίου-2 Οκτωβρίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.
Η Βάνα Πεφάνη μας συστήνει στη σκηνή, ένα από τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά ταλέντα της Πορτογαλίας. Ο Γκονσάλο Ταβάρες, σύμφωνα με μια δήλωση που είχε κάνει ο Ζοζέ Σαραμάγκου, είναι πιθανότατα «το επόμενο Νόμπελ Λογοτεχνίας της Πορτογαλίας».
Ο τίτλος του έργου, «Ιερουσαλήμ», είναι ως ένα βαθμό παραπλανητικός, αφού έχει συμβολική διάσταση. Η Βάνα Πεφάνη επιστρέφει στη σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης, με ένα έργο-δυναμίτη που θέτει στην προβληματική του τη Μνήμη και την Ιστορία, την Εκκλησία και την Ψυχιατρική. Οι συντελεστές της παράστασης το χαρακτηρίζουν ως ένα σύγχρονο νουάρ που μας ταξιδεύει στην «πραγματικότητα» οκτώ διαφορετικών προσώπων: η σύζυγος, τρόφιμος για χρόνια σε ψυχιατρική κλινική. Ο ψυχίατρος, που φιλοδοξεί να σχεδιάσει το γράφημα που να απεικονίζει την κατανομή της φρίκης διαμέσου των αιώνων. Ο εραστής της συζύγου κατά τη διάρκεια της κοινής τους παραμονή στην κλινική. Ο γιατρός με διοικητική θέση. Ο προβληματικός παροπλισμένος πολιτικός. Ένα ανάπηρο παιδί. Ο πρώην πολεμιστής, που κυκλοφορεί διαρκώς οπλισμένος αδυνατώντας να ησυχάσει από το φόβο μιας διαρκούς απειλής και μία πόρνη. Οι δρόμοι των οκτώ προσώπων του έργου διασταυρώνονται με καταλυτικές συνέπειες για τους ίδιους… Η Βάνα Πεφάνη με αφορμή την παράσταση, εξηγεί με ποιο τρόπο ο φόβος δημιουργεί θύτες…
Με ποιο τρόπο η Ιερουσαλήμ στοιχειώνει τους ήρωες του έργου;
Σε έναν στίχο του Δαυίδ αναφέρεται πως όταν κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ οι κάτοικοί της δεν θα ξεχνούσαν ποτέ τον τόπο τους. Η Ιερουσαλήμ λοιπόν στον Ταβάρες χρησιμοποιείται με την έννοια αυτού που μας έχει σημαδέψει και οφείλουμε να μην το ξεχάσουμε ποτέ. Γιατί αν το θάψουμε και το ξεχάσουμε ουσιαστικά δεν έχουμε μέλλον.
Και τι δεν πρέπει να ξεχνάμε, σύμφωνα με τον Ταβάρες;
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ο κάθε ήρωας δεν ξεχνάει διαφορετικά πράγματα. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, δεν πρέπει να ξεχνάμε την Ιστορία διότι μας διδάσκει πώς να αποφεύγουμε τα ίδια λάθη ανά τους αιώνες. Κι αυτό θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό.
Πάντως στις μέρες μας αισθανόμαστε σαν να ταξιδεύουμε πίσω στο χρόνο, σαν να ζωντανεύουν φαντάσματα του παρελθόντος. Πώς το σχολιάζετε;
Τα πράγματα επαναλαμβάνονται. Απλά εμείς είμαστε αδαείς σε σχέση με ό,τι έχει συμβεί παλαιότερα. Και συνεχίζουμε να κάνουμε τα ίδια. Ένας αέναος κύκλος... Πιστεύω ότι αυτό ισχύει για την ελληνική κοινωνία αλλά και για όλη την Ευρώπη. Ο Ταβάρες, εξάλλου, αναφέρεται σε όλη την Ευρώπη. Υπάρχει κεφάλαιο για τις θηριωδίες της Γερμανίας, των Ναζί απέναντι σε όλο τον κόσμο. Ο συγγραφέας λοιπόν σου λέει γιατί δεν θυμάσαι πότε «άνθησε» όλη αυτό και ποιες συνέπειες είχε. Φτάνεις στη σημερινή Ευρώπη και έχεις-κατά μία έννοια-παρόμοιες καταστάσεις.
Ποια στοιχεία του μυθιστορήματος του Ταβάρες σας κέντρισαν δημιουργικά ώστε να το μεταφέρετε και στη σκηνή;
Εντυπωσιάστηκα από την γραφή του. Είναι ένα από τα πιο μεστά κείμενα που έχω διαβάσει. Μέσα σε λίγες σελίδες ενσωματώνει έναν ολόκληρο κόσμο και πάρα πολλές θεωρίες. Φανταστείτε ότι την κάθε σελίδα τη διάβαζα και την ξαναδιάβαζα. Ταυτόχρονα είναι τρομερά θεατρικό κείμενο. Ξεκινήσαμε να κάνουμε τη διασκευή και ήταν σχεδόν έτοιμη. Μας παρουσίαζε έναν -έναν τους ήρωες και ο κάθε χαρακτήρας έφερνε έναν κόσμο πίσω του- αυτό ήταν για μένα το πιο ενδιαφέρον. Στο έργο, οκτώ άνθρωποι ζουν μια μοναχική ζωή και κάποια στιγμή διασταυρώνονται με ολέθρια αποτελέσματα- άλλα ορατά και άλλα όχι. Τους βρίσκουμε μαζί σε μια νύχτα στο δρόμο και σιγά σιγά ξεδιπλώνεται η ιστορία των σχέσεών τους, γιατί κατά κάποιο τρόπο όλα αυτά τα πρόσωπα συνδέονται.
Η θεατρική μεταγραφή του μυθιστορήματος ποιες προκλήσεις είχε να αντιμετωπίσει;
Κατ’ αρχάς του ρυθμού. Ο ρυθμός του Ταβάρες είναι καταιγιστικός. Προσπαθήσαμε να «ανοίξουμε» το κείμενο όσο μπορούσαμε και ταυτόχρονα να μη χάσουμε τον ρυθμό της ανάσας του συγγραφέα, ώστε να μπορέσει και ο κόσμος να καταλάβει ποιοι είναι αυτοί οι ήρωες και τι συμβαίνει μέσα σε μια νύχτα.
Εντάσσεται αυτό το έργο στη λεγόμενη σχολή του μαγικού ρεαλισμού;
Ναι, όμως ενσωματώνει και πολλά σύγχρονα στοιχεία. Δηλαδή ενώ υπάρχει ποιητικότητα, μαγεία και ρεαλισμός, ο Ταβάρες εντελώς απρόσμενα μπορεί να φτάσει και σε ένα νατουραλισμό. Οι άνθρωποι στον Ταβάρες βλέπουν τα πράγματα διογκωμένα, λίγο σαν παραμύθι, κάπως περίεργα. Κι αυτό γιατί οι περισσότεροι έχουν πάρει όλες αυτές τις ουσίες που τους δίνουν στα ψυχιατρικά κέντρα για τη θεραπεία τους. Το μισό έργο διαδραματίζεται σε ένα ψυχιατρείο και οι κεντρικοί ήρωες είναι, είτε ψυχίατροι, είτε ψυχικά ασθενείς.
Συστήστε μας τον ρόλο που υποδύεστε.
Παίζω τη Μύλια, μια γυναίκα η οποία στο έργο ζει τριάντα χρόνια. Ξεκινάει δηλαδή 18 ετών και καταλήγει 48. Είναι ένα διορατικό πλάσμα που οι γύρω της δεν μπορούν να την αντέξουν γιατί λέει την αλήθεια και βλέπει πάντα λίγο πίσω από την επιφάνεια. Πρώτοι οι γονείς της και στη συνέχεια οι υπόλοιποι, αρχίζουν και τη θεωρούν τρελή. Όταν βέβαια η ίδια γίνεται περισσότερο ειλικρινής και ωμή τότε την κλείνουν στο ψυχιατρείο. Αυτή η γυναίκα μόνο με την παρουσία και το βλέμμα της φέρνει τους άλλους σε δύσκολη θέση. Αυτή η δύσκολη θέση στην οποία έρχεται ο άλλος γεννά τη βία απέναντί της. Είναι ουσιαστικά ένα θύμα.
Και πώς σχολιάζει ο συγγραφέας τη σχέση θύτη-θύματος; Υπάρχει εναλλαγή των ρόλων;
Μια ωραία φράση του έργου αναφέρει πως όταν ακούς τη λέξη βασανιστήριο ποτέ δεν ξέρεις αν σε καλούν για να βασανίσεις ή να βασανιστείς. Η λέξη βασανιστήριο από μόνη της περικλείει και τις δύο έννοιες. Είναι δική σου επιλογή στο ποια θέση θα βρεθείς-αν μπορείς να επιλέξεις βέβαια. Ο ρόλος του θύτη και του θύματος συχνά εναλλάσσονται. Εξάλλου, μερικές φορές προτιμάμε να γίνουμε θύτες γιατί φοβόμαστε να πονέσουμε. Προτιμάμε να κάνουμε κακό σε κάποιον άλλο παρά να συμβεί σε εμάς κάτι κακό. Το «ο θάνατος σου η ζωή μου» είναι συχνά η δικαιολογία για να γίνουμε θύτες.
Πιστεύετε ότι αυτή η στάση ζωής ειδικά τώρα με την κρίση, χαρακτηρίζει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους;
Πριν περίπου ένα χρόνο είχε αρχίσει να διαφαίνεται μια τάση ενότητας. Φαινόταν ότι οι άνθρωποι θα ενωθούν και θα προσπαθήσουν μαζί. Είχαν ξεκινήσει ξανά οι παρέες στα σπίτια, οι συζητήσεις... Μετά από ένα χρόνο που μου γίνεται αυτή η ερώτηση έχω αρχίσει και φοβάμαι. Γιατί δεν είχα υπολογίσει ότι τα πράγματα χειροτερεύουν μέρα με τη μέρα και όταν ο άλλος κρέμεται από το να βρει μια δουλειά, να πάρει τον κατώτατο μισθό ή να βρει κάποια χρήματα για να αγοράσει ένα κομμάτι ψωμί στο παιδί του, ξεχνάει τα πάντα και κοιτάζει τον εαυτό του. Και αυτό είναι επικίνδυνο. Είναι αληθινό, ανθρώπινο αλλά και επικίνδυνο.
Η δική σας σκηνοθετική ματιά σε ποιο σημείο του έργου εστιάζει;
Η σκηνοθετική ματιά εστιάζει ακριβώς σε αυτό που σας περιέγραψα. Δηλ. αν θέλετε με μια φράση να σας πω τι λέει το έργο, είναι πως όταν ακούς βασανιστήρια δεν ξέρεις σε ποια θέση θα επιλέξεις. Ουσιαστικά το έργο και η παράσταση δεν παίρνουν θέση υπερ του θύματος ή του θύτη. Είναι ένα έργο στο οποίο ο καθένας μας μπορεί να δει σε κάποιες στιγμές τον εαυτό του ή κάποιους γνωστούς του και από εκεί και πέρα να καθίσει να σκεφτεί ολόκληρη τη ζωή του. Όταν τελείωσα το μυθιστόρημα του Ταβάρες-ως απλή αναγνώστρια- επί μια εβδομάδα ξυπνούσα και κοιμόμουν με αυτό το βιβλίο στο μυαλό μου. Εύχομαι η παράσταση να προκαλέσει το ίδιο στους θεατές.
Ταυτότητα παράστασης: Θεατρική διασκευή: Βάνα Πεφάνη, Γιάννης Καρκανεβάτος. Σκηνοθεσία: Βάνα Πεφάνη. Σκηνικά και κοστούμια: Γιώργος Λύτζερης, Βίντεο αρτ: Νίκος Γιαβρόπουλος. Σχεδιασμός φώτων: Κατερίνα Μαραγκουδάκη. Ήχοι: DNA LAB. Επιμέλεια κίνησης: Γιώργος Ματσκάρης. Βοηθοί σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Μητρόπουλος, Μαργαρία Παπαντώνη. Παίζουν: Ιερώνυμος Καλετσάνος, Γιώργος Στριφτάρης, Κοραής Δαμάτης, Βασίλης Αφεντούλης, Βάνα Πεφάνη, Κυριάκος Κοσμίδης, Νικολίνα Μουαιμη, Δημήτρης Κατσης.
Πληροφορίες: «Ιερουσαλήμ» από τις 14 Σεπτεμβρίου-2 Οκτωβρίου, κάθε Τετάρτη έως Κυριακή, στις 21:30, στο ειδικά διαμορφωμένο υπόγειο χώρο του Ιδρύματος Μιχάλης Κκαογιάννης. Διάρκεια: 90 λεπτά χωρίς διάλειμμα. Τιμές εισιτηρίων: 12 ευρώ, 9 ευρώ μαθητικό, φοιτητικό, κάτοχοι κάρτας ανεργίας ΟΑΕΔ και Πολυτέκνων, Ευρωπαϊκής κάρτας νέων, κάτοχοι κάρτας πολιτισμού, club IFA, κάρτα ΙΤΙ, ΑΜΕΑ και άνω των 65. 5 ευρώ οι ατέλειες. Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Πειραιώς 206, Ταύρος, Αθήνα 177 78, τηλ. 210 3418 550, φαξ. 210 3418 570. Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο : [email protected] Ιστοσελίδα: www.mcf.gr .
Μάνια Στάικου







