Κων/νος Κυριακού: «Τα σεξιστικά αστεία με το φτηνιάρικο χιούμορ οδήγησαν στον ξεπεσμό της Επιθεώρησης»

kuriakos-konstantinos
ΤΡΙΤΗ, 30 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2024

Ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής της παράστασης «Το Μποστάνι του Μποστ» μας μιλά για το έργο, την Επιθεώρηση ως είδος και την προσωπική του πορεία.

Όλα ξεκίνησαν από τη διδακτορική σας διατριβή πάνω στον Μποστ. Πώς αποφασίσατε να μελετήσετε το έργο του σε βάθος;

Εκπονώντας τη διπλωματική μου στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ, όπου ερεύνησα “επιφανειακά” το γνωστό και άγνωστο θεατρικό corpus του Μποστ, δεδομένου ότι ασχολήθηκα κυρίως με τα τέσσερα γνωστά του έργα και με ελάχιστα άγνωστά του, διαπίστωσα ότι αυτά αποτελούν ένα πολύ μικρό μέρος της μποστικής δραματουργίας, καθώς, συν τω χρόνω, λάβαινα πληροφορίες και για άλλα άγνωστα, αδημοσίευτα και άπαιχτα έργα του, τα οποία περιήλθαν στα χέρια μου. Όλη αυτή τη σωρεία πληροφοριών την εξέλαβα ως έναν οιωνό σταλμένο από τον ίδιο τον Μποστ, ο οποίος μου ζητούσε μια πιο ολοκληρωμένη και λεπτομερειακή αποτύπωση των θεατρικών του πεπραγμένων. Έτσι, προέκυψε η διδακτορική διατριβή μου, η οποία κατέληξε στην έκδοση της μονογραφίας μου για τον Μποστ.

Και ποια από τις νέες γνώσεις που αποκομίσατε ήταν η πιο σημαντική για εσάς;

Η πικρία που εκφράζει και ο ίδιος ο Μποστ πολλές φορές μέσα στα έργα του για την παραγνώριση του ύφους του, την απαξιωτική στάση των ιθυνόντων και των «ειδικών» (παραγωγών, θεατρωνών, σκηνοθετών, ηθοποιών, μέχρι και σκηνογράφων) για τα κείμενά του, για τον λανθασμένο τρόπο –κατά τη γνώμη του– παραστασιοποίησης των θεατρικών του, για το πόσο μεγάλο μέρος της δραματουργίας του έμεινε στο συρτάρι ή παίχτηκε μία και μόνη φορά. Εν ολίγοις, όλα αυτά που βίωσε μια σημαντική, ιδιαίτερη και πολύπλευρη καλλιτεχνική φυσιογνωμία, εξαιτίας του παραγκωνισμού του από τα θεατρικά δρώμενα, για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα, όσο ήταν εν ζωή, μόνο και μόνο λόγω του γεγονότος ότι ήταν ένας μοναδικός και πολυδιάστατος καλλιτέχνης.

Αυτήν την περίοδο παρουσιάζετε στο θέατρο «Μεταξουργείο» το «Μποστάνι του Μποστ», μια σπονδυλωτή επιθεώρηση. Με ποια κριτήρια επιλέξατε τα κείμενα;

Η επιλογή των κειμένων, που αποτελούν τη σπονδυλωτή, επιθεωρησιακού τύπου, κωμωδία μας, έγινε βάσει κριτηρίων που σχετίζονται με τη θεματική τού κάθε κειμένου, την οποία επιθυμούσαμε ως THEARTES να θίξουμε στην παράστασή μας. Επιπροσθέτως, επιλέξαμε κάποια μποστικά κείμενα που ήταν ο πυρήνας ή ο καμβάς μετέπειτα γνωστών του θεατρικών, τα οποία, ενώ στη γνωστή μορφή τους είναι γραμμένα σε ασύντακτο ομοιοτέλευτο δεκαπεντασύλλαβο, αυτά που παρουσιάζουμε εμείς είναι γραμμένα σε πρόζα, θέλοντας να δείξουμε ότι υπάρχει μία παραγνώριση σχετικά με τον μποστικό τρόπο γραφής των έργων. Τέλος, αυτονομήσαμε κάποιες σκηνές γνωστών του έργων, προκειμένου να παρουσιάσουμε τα πραγματικά φινάλε τους, έτσι όπως τα είχε γράψει ο Μποστ και τα οποία δεν παρουσιάστηκαν ποτέ μέχρι σήμερα, δίνοντας μία άλλη, διαφορετική κωμικοτραγική διάσταση στην εξέλιξη των ιστοριών τους!

Και σε ποια σημεία θα ταυτιστεί ο θεατής;

Το κοινό θα ταυτιστεί σε πάρα πολλά σημεία, για να μην πω σε όλα, καθότι ο Μποστ ως σατιριστής θεατρικός συγγραφέας κατόρθωσε να προσδώσει στο πρόσκαιρο της εποχής του εξακολουθητική διάρκεια. Εν ολίγοις, ο Μποστ στα θεατρικά του κείμενα σατιρίζει τη χώρα όπου ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα και που φωνασκεί επαναστατικά εναντίον της ίδιας της της ύπαρξης. Μπορεί η σάτιρά του να είναι κατά βάση ρεαλιστική, και να ασχολείται με πράγματα σύγχρονά του και με πρόσωπα υπαρκτά, εικονογραφώντας τα με αλησμόνητο τρόπο, μολαταύτα δεν αποκλείονται και μεταθέσεις πέρα από την απτή πραγματικότητα στον μεταφυσικό χωροχρόνο και σε κόσμους μελλοντικούς του, δηλαδή το σήμερα.

Η επιθεώρηση είναι ένα είδος παρεξηγημένο πλέον. Πού θεωρείτε ότι οφείλεται αυτό;

Θα εκφέρω μία καθαρά προσωπική άποψη επί του θέματος. Η γενικότερη κατάσταση στην οποία οφείλεται η παρακμή της Επιθεώρησης ως είδος, είναι η επικράτηση της θεματολογικής και μεθοδολογικής τυποποίησης του κωμικού στοιχείου, βάσει των προτύπων που προβάλλονται από την τηλεόραση, τον υποκριτικό μανιερισμό και την εκμαίευση του γέλιου, με τη χρήση του καλαμπουριού, του ευφυολογήματος, της ακατάσχετης βωμολοχίας και της αμετροέπειας, όσον αφορά στα σεξουαλικού τύπου υπονοούμενα. Γενικά, τα ρατσιστικά και σεξιστικά αστεία ενωμένα με το κακό φτηνιάρικο χιούμορ και τη λαϊκίστικης πολιτικής αισθητική, όπου κατέφευγαν τα τελευταία χρόνια οι επιθεωρησιογράφοι, προκειμένου να δελεάσουν τα κατώτερα ένστικτα των θεατών, είναι από τους σημαντικότερους λόγους για τους οποίους εξέπεσε η Επιθεώρηση. Από την άλλη, και οι ηθοποιοί υποτιμούν την Επιθεώρηση ως θεατρικό είδος και δεν δέχονται να συμμετάσχουν σε αυτές, επομένως έχουμε έλλειψη έμψυχου δυναμικού που θα απαρτίσουν επιθεωρησιακούς θιάσους, έχοντας ως αποτέλεσμα την αποφυγή επένδυσης χρημάτων από τους θεατρικούς παραγωγούς σε τέτοιου είδους παραστάσεις.

Τα κείμενα που παρουσιάζονται ποια θέματα θίγουν και πώς συνδέονται με τη μουσική του Λουκιανού Κηλαηδόνη;

Ο Μποστ γράφει θέατρο έχοντας ως μοναδικό –και απώτερο– σκοπό να διακωμωδήσει, να διεκτραγωδήσει, να καυτηριάσει, να στηλιτεύσει, να σατιρίσει, να παρωδήσει, να μυκτηρίσει και –γιατί όχι– να σιχτιρίσει πρόσωπα, καταστάσεις, ιδεολογίες και νοοτροπίες. Τα κείμενα του Μποστ που παρουσιάζονται στην παράστασή μας θίγουν κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις και γεγονότα, σχολιάζουν τα κακώς κείμενα της εγχώριας πολιτικής σκηνής, με έναν παράλογο, σουρεαλιστικό και καθ’ ολοκληρία γελοιογραφικό τρόπο. Έτσι, με συμμάχους τους τις παιχνιδιάρικες και απόλυτα θεατρικές μελωδίες τού Λουκιανού, αλλά τα ειδοποιά στοιχεία της κηλαηδόνειας μουσικής γραφής, όπως είναι το ξέφρενο κέφι, η μαγευτική μελωδία και το ρυθμικό ξάφνιασμα, αναδεικνύονται και μεγεθύνονται τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία της μπόστειας θεατρικής γραφής, όπως είναι η ιδιότυπη γλώσσα, η μπουρλέσκ παρωδία, η απροκάλυπτη σάτιρα, το αλλοπρόσαλλο χιούμορ και η διεισδυτική ειρωνεία.

Έχετε κάνει και εσείς κάποιες πιο σύγχρονες κειμενικές παρεμβάσεις. Ήταν απαραίτητο για να συνδέσετε το χθες με το σήμερα;

«Το μποστάνι του Μποστ» μας θίγει και καταδεικνύει τα κακώς κείμενα της εποχής μας (όπως άλλωστε έπραττε κατά το ειωθός και ο Μποστ), συνεπώς η καταφυγή σε μία επικαιροποίηση αυτών των κειμένων, αλλά και μια συμπλήρωσή τους, μιας και πρόκειται για κείμενα που, κάποια εξ αυτών, η πρώτη τους γραφή φτάνει σε βάθος εξηκονταετίας ή πεντηκονταετίας, δίχως να παραλείψουμε το γεγονός ότι ο Μποστ απεβίωσε πριν από σχεδόν τριάντα χρόνια, ήταν αναγκαία. Είναι μία τακτική την οποία υιοθετήσαμε από τον ίδιο τον Μποστ, μιας και στο αρχειακό υλικό που ερεύνησα, εντόπισα διάφορες και διαφορετικές παραλλαγές του ίδιου κειμένου –επιθεωρησιακού ή μη–, γραμμένες σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, οι οποίες έθιγαν κάθε φορά επικαιρικά τους θέματα.

Πρόσφατα, αποσπάσατε Έπαινο για Διεθνές Ρεπερτόριο για τη σκηνοθεσία και την ερμηνεία σας στην παράσταση “Ay, Carmela” του Χοσέ Σινιστέρα. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτήν τη διάκριση;

Η παράσταση “Ay, Carmela!” του Χοσέ Σάντσις Σινιστέρρα, η οποία παρουσιάστηκε επί τρεις θεατρικές σεζόν, τόσο στην Αθήνα όσο και σε πολλές άλλες πόλεις της ελληνικής επικράτειας, είναι η πιο αγαπημένη μου παράσταση, από αυτές που έχουμε δημιουργήσει ως THEARTES. Όχι μόνο λόγω του Επαίνου που αποσπάσαμε στα Βραβεία «Κάρολος Κουν» της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, εγώ για τη σκηνοθεσία και την ερμηνεία μου, και η Κατερίνα Μπιλάλη για την ερμηνεία της, κάτι που αποτελεί από μόνο του μία μεγάλη καλλιτεχνική καταξίωση. Αλλά και γιατί, είναι μια μέγιστη ηθική ικανοποίηση, καθώς αναγνωρίζεται η δουλειά που έχουμε κάνει μέχρι τώρα ως THEARTES, αλλά και ως μεμονωμένοι καλλιτέχνες. Αυτή η διάκριση είναι μια μεγάλη ευθύνη τόσο προς το κοινό μας όσο και προς τον ίδιο μας τον εαυτό που μας ενθαρρύνει και μας εμψυχώνει για να συνεχίσουμε ακάθεκτοι ως άλλοι Δον Κιχώτες, η Κατερίνα και εγώ, μέσα στο ελληνικό θεατρικό γίγνεσθαι.

Info
Θέατρο Μεταξουργείο, Ακαδήμου 14 & Κεραμεικού, τηλέφωνο: 21 0523 4382
Από Δευτέρα 11 Μαρτίου, και κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00
Εισιτήρια: 18€ (γενική είσοδος), 12€ (φοιτητικό, ανέργων, ΑμεΑ, ομαδικό, άνω των 65 ετών), 5€ (ατέλειες ηθοποιών, σκηνοθετών)
Προπώληση εισιτηρίων
Διάρκεια: 105΄ (χωρίς διάλειμμα)