Κριτική: Είδαμε την παράσταση «Τυφλή, τυφλή φοράδα, πού πας»;

kritiki-eidame-tin-parastasi-tufli-tufli-forada-pou-pas
ΤΕΤΑΡΤΗ, 04 ΙΟΥΝΙΟΥ 2025

Από την Σμαρώ Κώτσια, Θεατρολόγο - Κριτικό Θεάτρου.

Στο Θέατρο Φούρνος. 

Ο Σωτήρης Δημητρίου (1955) είναι ένας από τους σημαντικότερους νεοέλληνες συγγραφείς. Στο έργο του συνυπάρχει ο πυκνός, λιτός, σκληρός, σκοτεινός, κυνικός λόγος με τον ποιητικό και τις ντοπιολαλιές. Αρδεύει τα διηγήματά του με ήρωες από την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Θεσπρωτία, καθώς και από τη ζούγκλα της Αθήνας με λούμπεν χαρακτήρες, εξουθενωμένους από τα χαστούκια της ζωής, παρίες και αποσυνάγωγους.

Οι εταιρείες παραγωγής 1+1=1 και Angelus Novus ένωσαν τις δυνάμεις τους και ανέβασαν την παράσταση "Τυφλή, τυφλή φοράδα, πού πας;" στο θέατρο "Φούρνος ". Πέντε διηγήματα: "Ντιάλιθ'ιμ, Χριστάκη", "Βαλέρια", "Η φλέβα του λαιμού", "Γλύκα στο στόμα" και "Κάι, κάι, Θεούλη μου" από τρεις συλλογές διηγημάτων, αποτελούν τον κορμό ενός σκοτεινού, δυνατού και ιδιαίτερα σκληρού μονολόγου. Μια παράσταση που συνενώνει δύο κόσμους: τη λογοτεχνία με το θέατρο, δημιουργώντας ένα συναρπαστικό σύμπαν. Πέντε διηγήματα με μια αχνή μεταξύ τους δραματουργική σύνδεση. Πρόσωπα κατατρεγμένα από τη ζωή και τη μοίρα αλλά  και ζώα που βασανίζονται από διεστραμμένους ανθρώπους, τέρατα  αναδύονται μέσα από τον λόγο του Δημητρίου και παίρνουν σπαρακτική οντότητα μέσα από τη συγκλονιστική ερμηνεία της Δέσποινας Σαραφίδου.

Μια πολυπρισματική γυναικεία φιγούρα μεταπλάθεται σε μια Αρβανίτισσα, η οποία, εξαιτίας ενός κακοποιητικού γάμου, αναγκάζεται να στερηθεί την πιο βαθιά  πατρίδα, τη μητρική της γλώσσα, αυτή όμως ξεχύνεται σαν χείμαρρος από μέσα της μοιρολογώντας τον γιο της πάνω από τον τάφο του. Ακόμα, με μια κόκκινη περούκα γίνεται φτηνή πόρνη που, όταν δεν περνά πια η μπογιά της, ξεπουλά για δύο χιλιάρικα τον προβληματικό ανήλικο γιο της, στη Συγγρού, με το όνομα  Βαλέρια. Με μια μακριά ρόμπα είναι η γυναίκα αστή  - μάνα που χαρίζει τον εραστή της στη διανοητικά καθυστερημένη κόρη της, για λίγα λεπτά ηδονής. Εξαιτίας της απώλειας, του πένθους, της μοναξιάς και της σεξουαλικής στέρησης η ερωτική συνεύρεση μιας βαρυπενθούσας χήρας με έναν νεκροθάφτη μετατρέπει το νεκροταφείο σε κήπο ηδονικής ευδαιμονίας. Τέλος η γυναίκα με ένα μακρύ μαύρο πανωφόρι και μαύρες μπότες μεταμορφώνεται στον αφηγητή που  με κοφτό και ωμό λόγο διηγείται φρικιαστικές σκηνές, σε ένα απομακρυσμένο ακρωτήρι, σε ένα φυλάκιο του Ναυτικού, όπου ο εκεί επικεφαλής, ένας σαδιστής, αντλεί βαθιά ηδονή βασανίζοντας με φρικτό τρόπο, μέχρι θανάτου, τα αδέσποτα της περιοχής, προκαλώντας την ανθρωπομορφική επίκληση των ζωντανών, που έχουν γλιτώσει: "Κάι, κάι, θεούλη μου". Ένα επιμύθιο με αλληγορική σημασία που λειτουργεί σαν ένας λυτρωτικός σχολιασμός για τα πρόσωπα και τις καταστάσεις που προηγήθηκαν αλλά και για τις ζωές και τις τύχες όλων μας, όταν γιμόμαστε έρμαια στην εξουσία ενός παράφρονα και νοσηρού ανθρώπου.

Ο Δαμιανός Κωνσταντινίδης δημιουργεί μια εντυπωσιακά απέριττη παράσταση, χωρίς περιττά θεατρικά φτιασίδια, στην οποία κυριαρχεί ο λόγος που μετατρέπεται σε  κίνηση, ρυθμό, θλίψη, πόνο, μοναξιά, τρυφερότητα, σκοτεινιά. Εμπιστεύεται απόλυτα τον λόγο του Σωτήρη Δημητρίου και την υποκριτική δυνατότητα της Δέσποινας Σαραφίδου δημιουργώντας, επί σκηνής, έναν ζωτικό χώρο, όπου εκτίθεται ο ευτελισμός της ανθρώπινης φύσης, ο ψυχικός ζόφος αλλά και η στοργή και η ευαισθησία.  Το  σκηνικό της Μαρίας Καραθάνου είναι  λιτό και αποτελείται από φθαρμένα έπιπλα, έναν καναπέ και δύο μεγάλες πολυθρόνες. Τα δε κοστούμια της ίδιας χαρακτηρίζουν πολύ εύλογα την εναλλαγή των προσώπων σε κάθε διήγημα και βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με τον λόγο και τη σκηνοθετική προσέγγιση. Στοιχειώδης και απόλυτα  καθοριστικός για τις διαδοχικές εξιστορήσεις ο φωτιστικός σχεδιασμός της Στέβης Κουτσοθανάση. Επίσης πολύ όμορφη και  αποτελεσματική η επιμέλεια της κίνησης από την Ίριδα Νικολάου.

Η Δέσποινα Σαραφίδου με τις εξαιρετικές υποκριτικές της ποιότητες και  το ξεχωριστό ηχόχρωμα της φωνής της περνά από την μια περσόνα στην άλλη με παύσεις και σιωπές, απίστευτη ευκολία, ευαισθησία, ενσυναίσθηση, πειστικότητα  προκαλώντας συγκινησιακές δονήσεις στους θεατές .

Μια εμπνευσμένη παράσταση που πρέπει να της δοθεί η ευκαιρία να επαναληφθεί και την ερχόμενη σεζόν για να ακουστεί ο  λόγος του Σωτήρη Δημητρίου, που εικονογραφεί ένα ζοφερό και απάνθρωπο σύμπαν με μικρές εστίες τρυφερότητας και συμπόνιας, ενσαρκωμένος από την ταλαντούχα Δέσποινα Σαραφίδου.