Κριτική: Είδαμε την παράσταση «Στην εξοχή»
Από την Σμαρώ Κώτσια, Θεατρολόγο - Κριτικό Θεάτρου.
Του Μάρτιν Κριμπ σε σκηνοθεσία Αικατερίνης Παπαγεωργίου στο Θέατρο Αποθήκη.
Ο Μάρτιν Κρίμπ (1956) είναι ένας αξιολογότατος σύγχρονος Βρετανός συγγραφέας με ισχυρή επιρροή σε άλλους σύγχρονους συγγραφείς όπως η Σάρα Κέην. Η θεατρική του γραφή είναι σαφώς επηρεασμένη από το Πιντερικό ύφος και συνδέεται με το βρετανικό θεατρικό κίνημα in-yer-face με τον δικό του καθαρά ιδιοσυγκρασιακό τρόπο. Η ιδιότυπη, εκκεντρική, σκληρή, χωρίς συναίσθημα , σχεδόν κρυπτική θεατρική του πένα διαποτίζεται από ιδιόρρυθμο χιούμορ και βιτριολική σάτιρα καυτηριάζοντας κοινωνικούς θεσμούς, προβληματικές ανθρώπινες συμπεριφορές και την συναισθηματική αποξένωση των ανθρώπων .

Έργα του Μάρτιν Κρίμπ δεν παρουσιάζονται συχνά στην Ελλάδα. Στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, στο χώρο Γκαράζ, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά έργο του, το "Απόπειρες για τη ζωή της", το 1999, σε σκηνοθεσία Άσπας Τομπούλη. Το έργο του "Στην εξοχή" παρουσιάζεται στο Royal Court, το 2000. Το 2008 ανεβαίνει στο θέατρο "Εμπρός", σε σκηνοθεσία Άσπας Τομπούλη, ενώ το 2009 παρουσιάζεται στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, στη Θεσσαλονίκη, σε σκηνοθεσία Γλυκερίας Καλαϊτζή.
Στο έργο ο Ρίτσαρντ και η Κορίν μαζί με τα παιδιά τους έχουν μετακομίσει, πρόσφατα, από το Λονδίνο στην εξοχή. Εκεί μέσα σε ένα ήρεμο περιβάλλον επιχειρούν μια νέα ζωή, μακριά από την τοξική ατμόσφαιρα, ουσιαστική και μεταφορική, της μεγαλούπολης. Ένα βράδυ, ο Ρίτσαρντ, γιατρός στο επάγγελμα, επιστρέφει στο σπίτι φέρνοντας μαζί του τη Ρεβέκκα, μια νέα και όμορφη κοπέλα, ισχυριζόμενος ότι την βρήκε αναίσθητη δίπλα στον δρόμο. Η ξαφνική παρουσία ενός τρίτου προσώπου ανασκευάζει τις ισχύουσες ισορροπίες, αποκαλύπτει μυστικά και ψέματα και δίνει νέα τροπή στον 'μηχανισμό' προσαρμογής στο ειδυλλιακό περιβάλλον της εξοχής.

Το έργο "Στην εξοχή" φέρει όλα τα χαρακτηριστικά της καινοτόμου γραφής του συγγραφέα. Η πλοκή του έργου αναπτύσσεται σε πέντε σκηνές, στις οποίες δεν βρίσκονται ποτέ ταυτόχρονα επί σκηνής τα τρία πρόσωπα του έργου. Αυτό δημιουργεί αντίρροπα φορτισμένες δυνάμεις, όταν συναντώνται ανά δύο τα πρόσωπα, τα οποία επιδίδονται σε παιχνίδια μυαλού και λόγου. Πράγμα που εντείνει την ασάφεια, την ένταση, την αίσθηση επικείμενης απειλής καθώς και υφέρπουσας βίας. Επίσης τα δύο παιδιά της οικογένειας καθώς και ο Μόρις, οικογενειακός φίλος και συνεργάτης του Ρίτσαρντ, δεν εμφανίζονται ποτέ. Και ενώ η αναφορά στα πρόσωπα των παιδιών λειτουργεί 'πυροσβεστικά', η συχνή αναφορά στο πρόσωπο του Μόρις, με τη μόνιμη καταλυτική απουσία του, δημιουργεί γύρω από την προσωπικότητα του ένα προκλητικό μυστήριο, τεταμένη ένταση και υποδόρια αίσθηση ερωτισμού εκ μέρους της Κορίν, στο δεύτερο μέρος του έργου.

Η καταξιωμένη σκηνοθέτις Αικατερίνη Παπαγεωργίου επιλέγει να ξεκλειδώσει ένα έργο υπαινικτικό και γεμάτο λεκτικά και νοητικά παιχνίδια χρησιμοποιώντας δυναμική σωματικότητα και έντονη κινησιολογία (Χρυσηίς Λιατζιβίρη) μαζί με άρτια αισθητική. Εγχείρημα έξυπνο, ευφάνταστο και πολύ τολμηρό για να εγγράψει σαν σε αόρατο ταμπλό ανομολόγητα λόγια, υπόγειες ρωγμές, λανθάνουσες κραυγές, περίπλοκες ψυχικές και συναισθηματικες εκρήξεις, εξαρτήσεις και συμβιβαστικές συμπεριφορές των ηρώων. Με αυτόν τον τρόπο η σκηνοθέτις καταθέτει μια στιβαρή φόρμα χορογραφημένης κινησιολογίας, σαν μια παράλληλη σωματική αφήγηση. Αυτό βοηθά αφενός να γίνει πιο προσιτό, οικείο και κατανοητό το έργο, αφετέρου εμπεριέχει το ρίσκο ότι χάνεται ένα μέρος του κειμένου λόγω του ότι η προσοχή του θεατή αποσπάτα, κατά κάποιον τρόπο, από τη συνεχή κίνηση. Το σκηνικό της Μαρίας Φιλίππου, ο μουσικός σχεδιασμός του Διαμαντή Αδαμαντίδη όπως και οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου συμβάλλουν τα μέγιστα στην έντονη ατμόσφαιρα ενός ψυχολογικού θρίλερ. Η Μαρία Φιλίππου δημιουργεί ένα κλειστοφοβικό, δαιδαλώδες ρουστίκ διόροφο σκηνικό, με τον επάνω όροφο να 'κυοφορεί' ένα περίεργο μυστήριο. Ένα σκηνικό ιδιαίτερα εύπλαστο ώστε στο τέλος να συστρέφεται και να εγκλωβίζει τον Ρίτσαρντ και την Κορίν σε ένα ολοφώτεινο(!) τετράγωνο δωμάτιο, σαν φυλακή, με μοναδική διαφυγή(;) αρκετά στενόμακρα παράθυρα, αποτυπώνοντας ένα είδος αναγκαστικού συμβιβασμού. και αποκωδικοποιώντας το ειρωνικό σχόλιο του συγγραφέα σχετικά με την έννοια της παραδοσιακής οικογένειας και της επίπλαστης ευτυχίας. Τα ηχοτοπία του Διαμαντή Αδαμαντίδη πλημμυρίζουν τη σκηνική ατμόσφαιρα με εντάσεις, υποβόσκουσα απειλή και βία, τα οποία λειτουργούν πολλές φορές σε αντίστιξη με το γαλήνιο περιβάλλον της εξοχής. Τα δε φωτιστικά παιχνίδισματα του Αλέκου Αναστασίου υπογραμμίζουν τα ψυχικά σκοτάδια και τις φαντασιώσεις τω ηρώων και 'σαρκάζουν' ευθύβολα τα αδιέξοδά τους..
Η Αικατερίνη Παπαγεωργίου ευτύχησε να συνεργαστεί με τρεις ηθοποιούς, οι οποίοι πιστεύουν και υποστηρίζουν το σκηνοθετικό της όραμα. με θέρμη και ζήλο. Ο Μιχάλης Βαλάσογλου, ηθοποιός με εντυπωσιακή σωματιικη έκφραση και ξεχωριστές υποκριτικές ποιότητες, βυθίζεται στο ρόλο του Ρίτσαρντ αποκαλύπτοντας τα ψυχικά του σκοτάδια, τον λαβύρινθο των αισθημάτων του, την πάλη των συναισθημάτων του, το καταλάγιασμα της ερωτικής επιθυμίας και την 'προσποιητή' αναθέρμανσή της. Η Κίττυ Παϊτατζόγλου φωτίζει με ευαισθησία, εσωτερικότητα και λεπτότητα τον πολύπλοκο ψυχισμό της Κορίν και αναδεικνύει με έναν εντυπωσιακό συνδιασμό εύθραυστης ευαλωτότητας και έντονης εσωτερικής δύναμης τις ρωγμές του ρόλου της: τον πόνο, τη φθορά του πόθου, την απόγνωση, την εφήμερη ευτυχία μιας συμβιβαστικής λύσης. Η δε Μαρία Κυρώζη, στον πρώτο μεγάλο ρόλο της καριέρας της, ενσαρκώνει τη Ρεβέκκα, την Πιντερική εισβολέα, με έναν πολύ προκλητικό δυναμισμό και με μια έντονα διφορούμενη συμπεριφορά δημιουργώντας ένα πυκνό μυστήριο και μια εσκεμμένη ασάφεια γύρω από το άτομό της.







