Ένκε Φεζολλάρι: «Η Μαργαρίτα Καραπάνου έχει μια ελληνικότητα οικουμενική»

enke-fezollari-fotografia-skinothetis-2014

Ο σκηνοθέτης, Ένκε Φεζολλάρι.

ΠΕΜΠΤΗ, 20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014

Η εύθραυστη Μαργαρίτα Καραπάνου (1946-2008) εναπόθεσε στο πρώτο της μυθιστόρημα «Η Κασσάνδρα και ο λύκος», τα τραυματισμένα παιδικά της χρόνια, συνθέτοντας ένα από τα ωραιότερα μυθιστορήματα για την ενηλικίωση και τον θαυμαστό κόσμο των «μεγάλων».

Ο Ένκε Φεζολλάρι σκύβει με τρυφερότητα σε αυτό το κείμενο και μας παρουσιάζει το απόσταγμά του σε μια θεατρική παράσταση, μόλις εξήντα λεπτών. «Η Κασσάνδρα και ο λύκος» ανεβαίνει από τις 22 Φεβρουαρίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης για περιορισμένο κύκλο παραστάσεων.

Η ζωή και τα γραπτά της Μαργαρίτας Καραπάνου τα τελευταία χρόνια εμπνέουν πολλούς ανθρώπους του θεάτρου. Πώς εξηγείτε την γοητεία που ασκεί η Μαργαρίτα Καραπάνου;

Η Μαργαρίτα Καραπάνου, ως κόρη της Μαργαρίτας Λυμπεράκη αλλά και χάρη στην προσωπική της ιστορία, είχε μια ενδιαφέρουσα ζωή. Μεγάλωσε στο Παρίσι δίπλα σε σπουδαίες προσωπικότητες που παρέλαυναν στο σαλόνι, όπως ο Πικάσσο, ο Ιονέσκο κι άλλοι γνωστοί ζωγράφοι και λογοτέχνες.

Ήταν λοιπόν μικρό κορίτσι όταν είχε τα πρώτα της βιώματα σε ένα εστέτ περιβάλλον. H «Κασσάνδρα και ο Λύκος» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα που βραβεύτηκε και στο εξωτερικό. Νομίζω ότι μας συγκινεί η προσωπική της γραφή αλλά και όλη η περιπέτεια που πέρασε με την μανιοκατάθλιψη και τα ψυχιατρεία.

Έχει κατά κάποιο τρόπο το στίγμα του καταραμένου δημιουργού σαν την Βιρτζίνια Γουλφ ή τη Σύλβια Πλαθ. Επίσης είναι σημαντικό ότι με την «Κασσάνδρα και τον λύκο» έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης.

Eίναι τρομαχτική η  ενηλικίωση στον κόσμο της Καραπάνου;

Έχει απλότητα και συνάμα πολλή βία. Η ίδια ήταν ένα παιδί ευνουχισμένο. Μια γυναίκα στην οποία η μητέρα της, τής έδωσε το ίδιο  όνομα με εκείνη. Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι βιωματικό, όπως όλα τα βιβλία της άλλωστε.

Στο κείμενο, η ηρωίδα και η μητέρα της έχουν το ίδιο όνομα: Κασσάνδρα. H Καραπάνου μπαίνει  στον κόσμο των μεγάλων, καυτηριάζει- ουσιαστικά σαρκάζει την ελληνική μπουρζουαζία της δεκαετίας του εξήντα, λίγο πριν έρθει η  χούντα. Διαθέτει πολύ χιούμορ και παράλληλα είναι βαθιά επηρεασμένη και από την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων.

Πώς προέκυψε η ιδέα για τη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος;

Η Έλλη Μερκούρη με προσέγγισε και  μου ζήτησε να  σκηνοθετήσω το εν λόγω κείμενο.  Από την άλλη πλευρά,  ήταν πρόκληση και  για μένα γιατί με απασχολούσε το έργο και ήθελα να το ανεβάσω. Η Έλλη Μερκούρη ήταν στο Κρατικό  Θέατρο Βορείου Ελλάδος από όπου αποφοίτησα κι εγώ. Είχαμε κοινούς κώδικες και κοινή αφετηρία. Κι επιπλέον τρέφει  απεριόριστη αγάπη για την Μαργαρίτα Καραπάνου, όπως κι εγώ, αφού  έχουμε διαβάσει σχεδόν όλα της τα βιβλία.

Η παράσταση «Η Κασσάνδρα και ο Λύκος» είναι μια ωδή στη Μαργαρίτα Καραπάνου, σε αυτή την τόσο πονεμένη και τρυφερή ψυχούλα που έφυγε τόσο νωρίς, αφήνοντας πίσω της σημαντικά κείμενα. Η Μαργαρίτα Καραπάνου έχει μια ελληνικότητα οικουμενική και συνάμα αγγίζει τους αναγνώστες σε όλο τον κόσμο.

Στο μυθιστόρημα της Καραπάνου ακούγεται μόνο η φωνή της ηρωίδας. Πώς εγγράφονται οι δύο ηθοποιοί, η Έλλη Μερκούρη και ο Σόλων Τσούνης, στη δική σας παράσταση;

Ουσιαστικά είναι ένα οne woman show. Με αυτή την έννοια, εμπεριέχει τον μονόλογο και την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Η Έλλη Μερκούρη ενσαρκώνει την Μαργαρίτα Καραπάνου-Κασσάνδρα και ο Σόλων Τσούνης ,τον λύκο αλλά όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες του βιβλίου.

Το μυθιστόρημα ξεκινάει  με την απόρριψη της μητέρας. Σε όλα τα έργα της Καραπάνου, υπάρχει το μίσος και ταυτόχρονα η απεριόριστη αγάπη προς τη Λυμπεράκη. Ο Σόλων λοιπόν αναλαμβάνει να  μυήσει την ηρωίδα στον κόσμο των μεγάλων και ουσιαστικά αγγίζει όλους αυτούς τους χαρακτήρες-θραύσματα.

Τα βιβλία δεν μπορούν να μεταφερθούν, οπότε μεταφέρουμε την αίσθηση που μας αφήνουν,  με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αγάπη και σεβασμό για το σύμπαν του συγγραφέα. Στην παράσταση είναι σαν παρακολουθούμε θραύσματα του βιβλίου και της ζωής της Μαργαρίτας Καραπάνου.

Επιλέξατε να μας παρουσιάσετε δραματοποιημένο το μυθιστόρημα της Καραπάνου, μέσα σε μόλις μια ώρα. Πώς προέκυψε η επιλογή αυτού του συμπυκνωμένου θεατρικού χρόνου;

Το βιβλίο ανοίγει πολλούς δρόμους και πολλά παράθυρα, όμως τα αφήνει ανοιχτά. Επιζητούσαμε μια εναρμονισμένη εναλλαγή εικόνων. Μας ενδιέφερε η ταχύτητα γιατί ούτως ή άλλως το βιβλίο είναι λίγο σαν σφηνάκι, είναι καταιγιστικός ο ρυθμός.

Νομίζω ότι αυτή η ανάγκη προέκυψε στις πρόβες: να πάμε και να πούμε όσα θέλαμε μέσα σε μια ώρα. Φυσικά,  δεν πάμε να αναπαραστήσουμε το βιβλίο αλλά να υπενθυμίσουμε ότι και η εικόνα της παιδικής μας ηλικίας βασίζεται σε καταιγιστικές μνήμες. Θέλουμε να αγγίξουμε τον θεατή. Περισσότερο το κείμενο λειτουργεί ως κραυγή αγωνίας μιας τραυματισμένης ύπαρξης.

Είναι γνωστή η πολύπλοκη σχέση που ένωνε την Μαργαρίτα Καραπάνου, με τη μητέρα της, τη Μαργαρίτα Λυμπεράκη. Πώς χειριστήκατε αυτό το ζήτημα στη δική σας παράσταση;

Η σχέση της Μαργαρίτας με τη Λυμπεράκη  στο βιβλίο εγγράφεται πάντα με απουσία και γράμματα. Γι’ αυτό και στην παράστασή μας απουσιάζει συνειδητά η φιγούρα της μητέρας. Είναι πολύ καθαρή η απουσία της και νομίζω ότι αυτός ήταν και ο μεγάλος πόνος της Καραπάνου.

Tο τελευταίο της βιβλίο με τίτλο «Μαμά», είναι  φόρος τιμής στη μητέρα της την οποία νομίζω ότι τη συγχωρεί στο τέλος. Ξεκινάει λοιπόν κάπως έτσι: η μαμά μού δείχνει τις κούκλες, η γιαγιά μού δείχνει τη μαμά και  λέει: αυτή είναι η μαμά σου. Κι εκείνη με πιάνει από το χέρι, παίζουμε με τις κούκλες και τη ρωτάω, εσύ ποια είσαι;

Αρκετοί σκηνοθέτες επιλέγουν έργα που να έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με την κρίση. Ποια είναι η δική σας θέση ως προς αυτή την τάση;

Όλη αυτή η καραμέλα του να κάνουμε μόνο έργα που να αφορούν την κρίση… Η τέχνη απαιτεί μια υπερβατικότητα. Έχουμε  ανάγκη από μια υπέρβαση- συναισθηματική, υπαρξιακή, καλλιτεχνική. Και νομίζω ότι η ίδια η ηρωίδα του βιβλίου που ενηλικιώνεται βίαια κραυγάζει την ανάγκη της για ζωή.

Ταυτότητα παράστασης: «Η Κασσάνδρα και ο λύκος». Κείμενο: Μαργαρίτα Καραπάνου. Σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι, σκηνικά και κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη, βοηθός σκηνοθέτη: Μαρίνα Κανελλοπούλου, φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου. Βίντεο: Γιάννης Gismo Μπερερής. Παίζουν: Έλλη Μερκούρη και Σόλων Τσούνης. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδ. Καστανιώτη.

Πληροφορίες: από τις 22 Φεβρουαρίου-23 Μαρτίου στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, (αίθουσα: Κινηματογράφος), κάθε Σάββατο και Κυριακή, στις 21:30. Τιμή εισιτηρίου: 10 ευρώ. Διάρκεια: 60 λεπτά χωρίς διάλειμμα.

Μάνια Στάικου