Βασίλης Κατσικονούρης: «Ένας πιτσιρικάς σήμερα δεν προλαβαίνει ούτε να μελαγχολήσει»

basilis-katsikonouris-enas-pitsirikas-simera-den-prolabainei-oute-na-melagxolisei

Ο συγγραφέας Βασίλης Κατσικονούρης

ΤΡΙΤΗ, 01 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011

Ο Βασίλης Κατσικονούρης με αφορμή τον μονόλογό του «Το μπουφάν της Χάρλεϊ», μιλά στο click@Life για τους οργισμένους εφήβους, το βόλεμα της δικής του γενιάς και την κινηματογραφική μεταφορά του έργου του «Το γάλα».

Ρίχνει μια φοβισμένη ματιά στο μέλλον που έφτιαξαν για τον οργισμένο γιο της. Φοβάται τους συμβιβασμούς και ανησυχεί για τη ζωή που γλιστράει σαν την άμμο. Η κωμικοτραγική ηρωίδα του Βασίλη Κατσικονούρη στον μονόλογό του «Το μπουφάν της Χάρλεϊ ή πάλι καλά» είναι υπερπροστατευτική όπως οι περισσότερες ελληνίδες μάνες. Η Άννα Παναγιωτοποπούλου την ερμηνεύει σε αυτή την εξαιρετική παράσταση που παίζεται για δεύτερη χρονιά μέχρι τις 24 Απριλίου. Το έργο γράφτηκε παράλληλα σχεδόν με τη γνωστή θεατρική επιτυχία του Βασίλη Κατσικονούρη , το «Γάλα» (που ανέβηκε με την Άννα Βαγενά). Τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα δούμε «Το γάλα» στη μεγάλη οθόνη, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Σιούγα, με πρωταγωνιστές τους Όμηρο Πουλάκη, Προμηθέα Αλειφερόπουλο, Ιωάννα Τσιριγκούλη και Ηρώ Μπέζου. Ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας, ο οποίος υπογράφει και το σενάριο της ταινίας, μας μίλησε για τις εκλεκτικές συγγένειες των δύο έργων του.

Το «Μπουφάν της Χάρλεϊ» γράφτηκε την ίδια περίοδο που δουλεύατε και το «Γάλα». Αισθάνεστε ότι υπάρχει ένα νήμα που συνδέει τα δύο έργα;

Το Γάλα ήταν μια έκρηξη μέσα στο κεφάλι μου. Όλα εκεί ειπώθηκαν πολύ έντονα, πολύ δυνατά. Στο τέλος, μετά απ` όλη αυτή τη φασαρία, κάτι περίσσευε. Κάτι σαν μια ήρεμη θλίψη, ένα μουρμουριστό παράπονο. Αυτό ήταν το «Μπουφάν της Χάρλεϋ, ή Πάλι καλά».

Είναι ενδιαφέρον πάντως που στη συγκεκριμένη περίοδο επιλέξατε την εικόνα της μητέρας για να αναδείξετε διαφορετικές όψεις της ελληνικής κοινωνίας. Ποιες «εκλεκτικές συγγένειες» έχουν οι δύο μητέρες;

Η μητρική αγάπη –η πρόσληψή της- είναι ό,τι πιο ανιδιοτελές φέρουμε μέσα μας. Η παρουσία των μανάδων στα δύο προαναφερθέντα έργα σημαίνει ακριβώς την αφετηρία για το μακρύ ταξίδι αυτής της καθαρότητας μέσα στη νύχτα του κόσμου. Και την καταστροφή όσων ακόμα επιμένουν να τη φέρουν… Την ίδια ή την ανάμνησή της.

Αυτή βεβαίως είναι μια λογοτεχνική-φιλοσοφική προσέγγιση. Μια ψυχαναλυτική θα έλεγε ότι ακόμα δεν έχω ξεμπερδέψει με το οιδιπόδειό μου.

Θεωρείτε ότι η νέα γενιά συντρίβεται πάνω στο «πάλι καλά»; Γενικότερα ποια είναι η εικόνα σας για τους νέους;

Πιστεύω ότι η δική μου γενιά μάλλον βολεύτηκε πάνω στο «πάλι καλά». Δεν είναι τόσο κακό όσο ακούγεται. Διασώζεις κάποια πράγματα κι έχεις εσύ την ευθύνη μιας έστω περιορισμένης επιλογής τι θα κρατήσεις και τι θα πετάξεις. Ακριβώς αυτός ο περιορισμός σε κάνει να σκέφτεσαι τις απολύτως ουσιώδεις προτεραιότητες και την κατάταξή τους: One for the money, two for the soul; Ή το ανάποδο;

Το πρόβλημα είναι η σημερινή γενιά, που πολύ θα ήθελε ένα έστω «πάλι καλά» και τελικά καταλήγει στο «πάλι σκ..ά». Κανονικά πρέπει να τα τρίψει στη μούρη όσων οδηγούν ολόκληρες γενιές και κοινωνίες στο αδιέξοδο, για να καταλάβουν και οι ίδιοι πόσο επικίνδυνο είναι να μην αφήνεις επιλογές. Νομοτελειακά πάντως, τα σκάγια θα μας πάρουν όλους… three to get ready, now go cat, go! Παλιό ροκενρολάκι του Carl Perkins, “Blue Suede Shoes”.

Συμφωνείτε με την άποψη ότι κυρίως οι νέοι έχουν την πολυτέλεια της μελαγχολίας;

Έχει στηθεί ένας ολόκληρος μηχανισμός που αποθεώνει το σώμα της νεότητας στο απόλυτο σφρίγος, κάλλος και φέγγος της (από νέον). Ένας πιτσιρικάς σήμερα δεν προλαβαίνει να μελαγχολήσει. Κι αν του προκύψει κάποια μελαγχολία, θα είναι δοτή –τύπου emo, «Λυκόφως» κ.τ.λ., ή απλώς δε θα ξέρει να τη διαχειριστεί, οπότε πάει και πέφτει κατ` ευθείαν στην κατάθλιψη.

Προσωπικά πάντως - αν θεωρήσουμε τη μελαγχολία πολυτέλεια, όπως λες στην ερώτησή σου – διήγα πολυτελέστατο βίο στα νιάτα μου. Θα έλεγα και τώρα ακόμη, αν δε φοβόμουνα τα νέα τεκμήρια της εφορίας.

Είστε ροκ όπως ο ήρωας στο «Μπουφάν της Χάρλεϊ»;

Κανείς δεν είναι τίποτε. Η ύψιστη ελευθερία είναι να μπορείς να ξεφορτώνεσαι αυτό που νομίζεις πως είσαι. Το ροκ με βοήθησε από την άποψη ότι πάντα έθετε ένα επείγον θέμα ελευθερίας. Από κει και πέρα, όσον αφορά την ουσία αυτής της ελευθερίας, θα ήθελα να είμαι τόσο ροκάς όσο ο Παπαδιαμάντης, ο Ντοστογιέφσκι, ο Σεφέρης, ο Τσέχωφ, ο Φελλίνι, ο Ταρκόφσκι, ο Σοφοκλής, ο Αισχύλος και άλλοι ήρωες της ροκ.

Ορισμένοι θεατρικοί συγγραφείς επεξεργάζονται τα κείμενά τους κατά τη διάρκεια μιας πρόβας με τους ηθοποιούς. Άλλοι πάλι αντλούν υλικό από τον αυτοσχεδιασμό των ηθοποιών. Εσείς πώς δουλεύετε;

Όχι πάντως με ηθοποιούς. Κάνουν πολλή φασαρία.

Υπάρχουν δυσκολίες για να βρει το έργο ενός σύγχρονου Έλληνα συγγραφέα το δρόμο του προς τη σκηνή;

Σκηνή από την ταινία «Το γάλα»

Τα τελευταία χρόνια λιγότερες. Θέλω να πιστεύω ότι και η επιτυχία του «Γάλα» διευκόλυνε κάπως τα πράγματα, γενικότερα για το ελληνικό έργο. Το λέω εγώ αυτό, γιατί δεν έχω ακούσει να το λέει και κανείς άλλος.

Το «Γάλα», μετά την επιτυχία που είχε στο θέατρο, θα το δούμε και στον κινηματογράφο τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Σιούγα. Πώς ήταν η εμπειρία της μετάβασης από τη θεατρική γραφή στη συγγραφή του σεναρίου της ταινίας;

Βαρετή και κουραστική, όσον αφορά τις περιγραφές και τις δράσεις, συναρπαστική όσον αφορά την ανάπλαση σκηνών ή και τη δημιουργία νέων σκηνών και διαλόγων.

Πώς αντιδράσατε όταν ο Γιώργος Σιούγας σας πρότεινε να γυριστεί το «Γάλα» σε ταινία; Γενικότερα πώς αντιμετωπίζετε το ενδεχόμενο να μεταφερθούν και κάποια από τα υπόλοιπα θεατρικά σας στη μεγάλη οθόνη;

Του είπα «εντάξει» κι έφυγα από το ραντεβού μας σίγουρος ότι δε θα τον ξαναδώ ποτέ στη ζωή μου. Όμως τον ξαναείδα. Και είδα και την ταινία του πρόσφατα. Ο τύπος έχει κάνει φοβερή δουλειά.

Τώρα για άλλα θεατρικά μου στην οθόνη, ναι, είμαι μέσα. Αρκεί να μου δίνουν κι εμένα κάποιο ρολάκι όπως μου έδωσαν και στο Γάλα. Το χειρότερο μάλιστα είναι ότι δε με κόψανε στο μοντάζ.

Πώς κατορθώσατε να αποδώσετε σε εικόνες τις πιο εσωτερικές στιγμές του έργου;

Πολύ απλό. Τις εξωτερίκευσα.

Ποια ήταν η σχέση σας με το θέατρο πριν αρχίσετε να γράφετε;

Δεν πήγαινα στο θέατρο, ακόμα κι όταν άρχισα να γράφω θεατρικά έργα. Όταν γνώρισα τη γυναίκα μου –που έχει σπουδάσει θεατρολογία- μου εξήγησε με μεγάλη υπομονή ότι αυτό δεν είναι σωστό, και άρχισε να με πηγαίνει συνέχεια σε διάφορες παραστάσεις, ενώ εγώ ήθελα να πηγαίνουμε για μπύρες. Ο μόνος τρόπος για να ηρεμήσει, τελικά, ήταν να την παντρευτώ και να κάνουμε παιδιά. Οπότε τα τελευταία χρόνια δεν πηγαίνουμε και τόσο συχνά στο θέατρο. Παρότι τώρα την παρακαλάω...

Εφόσον εργάζεστε ως εκπαιδευτικός μπορείτε να μας διαφωτίσετε για το τι γίνεται με το θέμα της θεατρικής αγωγής στο σχολείο;

Τι να σας πω, κι εγώ ένας υπάλληλος είμαι, καταλαβαίνετε… Όλο αγγλικά με βάζουνε να κάνω και να καταχωρώ τις απουσίες. Τώρα όμως, με τις εξαγγελίες της υπουργού Παιδείας για αξιοποίηση του έμψυχου δυναμικού στα σχολεία, είμαι σίγουρος ότι θα με αξιοποιήσουνε κι εμένα. Μπορεί ας πούμε να μου δώσουνε να κρατάω και τα μητρώα φοίτησης ή το πρωτόκολλο αλληλογραφίας του σχολείου.

Ένας εκπαιδευτικός, χρειάζεται να έχει και λίγο θεατρικότητα για να κρατήσει την τάξη;

Η εκπαιδευτική πράξη προσομοιάζει στη θεατρική. Μόνο που στην αίθουσα, όπου τελείται αυτή η πράξη, οι θεατές είναι κάπως πιο ανήσυχοι. Χρειαζόμαστε επειγόντως νέα, πιο ενδιαφέροντα έργα στα σχολεία και δασκάλους που να κάνουν γκελ στο κοινό.

Περιμένουν κάποια έργα σας κλειδωμένα στο συρτάρι;

Στο ντουλάπι τα βάζω. Καμιά φορά, άμα περνάω από μπροστά του, ακούω κάτι περίεργους ήχους από εκεί μέσα. Απομακρύνομαι όσο πιο ήσυχα γίνεται. Δεν ξέρεις πότε ένα έργο θα αποφασίσει να επιτεθεί στο συγγραφέα του.

Πληροφορίες: «Το μπουφάν της Χάρλεϊ ή πάλι καλά», στο θέατρο Δημήτρης Χορν, με την Άννα Παναγιωτοπούλου, σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας. Τιμές εισιτηρίων:20 ευρώ και 18 ευρώ, ομαδικό και φοιτητικό :15 ευρώ. Κάθε Δευτέρα και Τρίτη, στις 21:00.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ