Κριτική θέατρου:«Ο φυλακισμένος της διπλανής πόρτας» στο θέατρο Ιλίσια
Η Ελένη Πετάση μας μεταφέρει τις εντυπώσεις της από την κωμωδία του Νιλ Σάιμον «Ο φυλακισμένος της διπλανής πόρτας» που παρουσιάζεται στο θέατρο Ιλίσια.
Όταν ο «Φυλακισμένος της διπλανής πόρτας» (The prisoner of Second Avenue) του Νιλ Σάιμον πρωτοπαρουσιάστηκε το 1971 στο Μπρόντγουεϊ, απεικόνιζε τη ζωή στη Νέα Υόρκη εκείνης της εποχής που μαστιζόταν από οικονομικά προβλήματα, υψηλή εγκληματικότητα, επικινδυνότητα, απεργίες και ανεργία.
Οικείο τοπίο, δηλαδή, που παραπέμπει κατά κάποιο τρόπο στη δική μας σημερινή πραγματικότητα. Με αυτή τη λογική, εξάλλου, «ξέθαψαν» πρόσφατα το έργο οι ευρωπαϊκές σκηνές (μέχρι και το Σεπτέμβριο παιζόταν στο λονδρέζικο Old Vic), αλλά και ο Γρηγόρης Βαλτινός που το ανέβασε στο Θέατρο Ιλίσια.
Μόνο που το κείμενο του Αμερικανού συγγραφέα δεν απηχεί ούτε το μέγεθος της σύγχρονης οικονομικής κρίσης, ούτε το βάθος της γενικευμένης δυσπιστίας, όπου όλοι μας βρισκόμαστε απέναντι σε ένα καθρέφτη ως ένοχοι ή τουλάχιστον ενοχοποιημένοι. Ούτε βέβαια στοχεύει να μας καταθλίψει.
Αντίθετα και εδώ ο Νιλ Σάιμον, ως έντεχνος διαχειριστής της παράδοσης του μπουλβάρ, ασχολείται με τις ανθρώπινες σχέσεις, διαποτίζοντας το κείμενό του με μαύρο χιούμορ και ξορκίζοντας έτσι την άβυσσο που μας περιβάλλει.
Ωστόσο παρότι, πίσω από την ευάγωγη γλώσσα του, η κριτική του για την κοινωνία της αφθονίας προτίθεται να είναι αιχμηρή, οι λύσεις που προτείνει παγιδεύονται σε απλουστευτικά σχήματα.
Κατ' επέκταση ο κεντρικός ήρωας κλυδωνίζεται άνισα ανάμεσα στον υπερβολικό συναισθηματισμό και τη θυματοποίηση ενώ με ιδιαίτερη ευκολία ξεπερνά τα προβλήματά του για να μας χαρίσει ένα happy end.
«Φυλακισμένος» στο ίδιο του το σπίτι, στην προκειμένη περίπτωση, είναι ο μεσήλικας Mελ Εντισον, στέλεχος διαφημιστικής εταιρείας, που χάνει ξαφνικά τη δουλειά του και βρίσκεται μετέωρος στην καρδιά μιας απάνθρωπης πόλης. Μιας πόλης γεμάτης σκουπίδια, θορύβους, ληστές, αφιλόξενους ανθρώπους και ασυνείδητους πολιτικούς.
Φορώντας όλη μέρα τις ριγέ πιτζάμες του, στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, φλερτάρει με παρανοϊκές σκέψεις, παίρνει ηρεμιστικά χάπια αλλά δεν ηρεμεί, βασανίζεται από αϋπνίες, βρίζει τους ενοχλητικούς γείτονες και εκείνοι με τη σειρά τους κυριολεκτικά τον καταβρέχουν (σκηνή που είδαμε και στην ομώνυμη ταινία με τον Τζακ Λέμον).
Δίπλα του η σύζυγός του Εντνα προσπαθεί μάταια να τον στηρίξει ενώ οι συγγενείς του σπεύδουν να τον βοηθήσουν αλλά η καλοσύνη τους αποδεικνύεται τέχνασμα πονηριάς.
Ο Γρηγόρης Βαλτινός που υπογράφει τη μετάφραση, τη σκηνοθεσία, τη μουσική επιμέλεια και κρατάει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, μας μεταφέρει σε ένα σύγχρονο διαμέρισμα της Νέας Υόρκης με φόντο τους επιβλητικούς ουρανοξύστες της (καλόγουστο το σκηνικό του Γιώργου Πάτσα).
Προσθέτοντας, όμως, κάποιες δημοφιλείς εκφράσεις του πρόσφατα εμπλουτισμένου καθημερινού μας λόγου (όπως μνημόνιο κ.ά.) επιδιώκει να προσαρμόσει το έργο στα καθ' ημάς.
Η παράστασή του, επιβαρυμένη και από το άγχος της πρεμιέρας, δεν διατηρεί πάντοτε τους ρυθμούς της, έχει ωστόσο μερικές εύστοχες στιγμές.
Όπως τη δική του εύφορη -αν και όχι απογειωτική- ερμηνεία στο πρώτο μέρος και τη στιχομυθία ανάμεσα στις τρεις Εβραίες αδελφές του και στον αδελφό του (αδύναμος ο Κώστας Φλωκατούρας) που αγγίζει τα όρια του παραλόγου (εδώ το κείμενο μοιάζει να προέρχεται από άλλο έργο), την οποία υποστηρίζουν με κέφι η Αλεξάνδρα Παντελάκη, η Φωτεινή Ντεμίρη και ιδιαίτερα η Υβόννη Μαλτέζου.
Η Κατερίνα Λέχου, στεγνή και άχρωμη, δεν καταφέρνει να εμβολιάσει με νύξεις σαρκασμού τις ιλαρές μεταπτώσεις της Εντνα, η οποία από υπομονετική σύζυγος ενδίδει σταδιακά σε έναν υστερικό πυρετό.
ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ, [email protected]







