Θωμάς Μοσχόπουλος: «στις μέρες μας η εξουσία είναι ασαφής και αόριστη»

thomas-mosxopoulos-stis-meres-mas-i-eksousia-einai-asafis-kai-aoristi-eksousia-einai-asafis-kai-aoristi

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 20 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2012

Ο σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος, μιλάει στο click@Life για την παράσταση «Μακμπέθ» στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών αλλά και για το αθέατο πρόσωπο της εξουσίας.

«Όχι άλλον ύπνο»: αυτή είναι η προτροπή που απευθύνουν ο σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος και οι συνεργάτες του, με αφετηρία το έργο «Μακμπέθ» του Σαίξπηρ.

Η αριστουργηματική αυτή τραγωδία της εξουσίας, το απόσταγμα μιας ταραγμένης εποχής που χαρακτηριζόταν από κοινωνική και ιδεολογική ρευστότητα, παρουσιάζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών έως τις 25 Φεβρουαρίου, με πρωταγωνιστές τους Αργύρη Ξάφη και Άννα Μάσχα.

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος, μετά τη βραβευμένη του παράσταση «Μέδουσα», επιλέγει και πάλι ένα έργο που δίνει τη δυνατότητα στον θεατή να κάνει τις δικές του αναγωγές στο σήμερα. Όπως παραδέχεται ο ίδιος: «Πράγματι, υπάρχει μια μετακίνηση μου από το ψυχολογικό πεδίο σε θέματα που έχουν φιλοσοφικό και πολιτικό προβληματισμό. Δεν μπορώ να πω ότι πρόκειται για μια συνειδητή σύνδεση, όμως νομίζω ότι τέτοιου είδους ζητήματα έχουν αρχίσει να με απασχολούν περισσότερο λόγω της παρούσας συνθήκης στην οποία ζούμε. Το θέμα της εξουσίας από τη στιγμή που απασχολεί την καθημερινότητά μας, σαφέστατα θα έχει αντανάκλαση και στη δουλειά μου. Πριν περίπου δέκα χρόνια είχα δουλέψει στην όπερα του Βέρντι Μακμπέθ, η οποία αποτέλεσε την αφορμή για να μελετήσω παράλληλα το έργο του Σαίξπηρ. Διαπιστώνω ότι τώρα το βλέπω τελείως διαφορετικά από ό, τι το διάβαζα τότε».

Ο «Μακμπέθ» του Σαίξπηρ γράφτηκε σε μια εποχή κρίσης και μεγάλων αλλαγών. Ωστόσο οι μηχανισμοί της εξουσίας, είχαν τότε διαφορετικό πρόσωπο, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη της παράστασης:

«Στις μέρες μας η εξουσία είναι ασαφής και αόριστη. Ένα από τα βασικά μας προβλήματα είναι ότι δεν γνωρίζουμε ποιος μας εξουσιάζει. Έχουμε χάσει τα όριά μας τα προσωπικά και τα συλλογικά. Αυτό που ζούμε είναι μια σχεδόν εφιαλτική παρωδία. Την εποχή που έγραψε ο Σαίξπηρ το έργο του υπήρχε μεγάλη ασάφεια στα πράγματα αλλά οι συγκρούσεις ήταν πιο συγκεκριμένες-και ενδεχομένως πολύ πιο οδυνηρές από αυτές που βιώνουμε. Οπότε, αποτελεί ένα πολύ καθαρό πρότυπο για να μιλήσεις για αυτού του είδους τα ζητήματα.

Συμπτωματικά είδα πριν λίγο στην τηλεόραση έναν άνθρωπο βουτηγμένο στο life style να μιλάει για πολιτική και ύστερα από ένα σημείο, άρχισα να γελάω. Νομίζω ότι αυτή η ασάφεια μας έχει στερήσει, εκτός όλων των άλλων και το λόγο, ενώ μας έχει οδηγήσει σε μια γελοιοποίηση της ζωής μας, τον τοποθετήσεών μας κ.τ.λ. Έχω την αίσθηση ότι στην εποχή του Σαίξπηρ μπορούσε ακόμη να συγκρουστεί με ισχυρότερες δυνάμεις. Υπήρχε επίσης η αυγή ενός τρόπου σκέψης με επίκεντρο έναν ανθρωπισμό που έδινε τη δυνατότητα να βυθιστεί κανείς στα πιο ουσιαστικά και φιλοσοφικά ερωτήματα της ζωής. Αντίθετα εμείς έχουμε χάσει τι είναι σημαντικό και τι ασήμαντο. Για όσους ζούσαν στην εποχή του Σαίξπηρ, όμως, έστω και ψευδαισθησιακά, υπήρχε μια ιεράρχηση».

Παρά τις πολιτικές αιχμές του έργου, ο Θωμάς Μοσχόπουλος, δεν υπέκυψε στον πειρασμό να δώσει έμφαση σε συγκεκριμένα σημεία του κειμένου, για να τονίσει τις αναλογίες με το σήμερα. «Δεν προσπάθησα να υπογραμμίσω τίποτε ιδιαιτέρως, γιατί αυτό θα μείωνε τη φιλοσοφική διάσταση του έργου και θα το οδηγούσε σε κάτι επικαιρικό. Άλλωστε νομίζω ότι η κάθε εποχή, από μόνη της αντανακλάται σε ένα σπουδαίο έργο τέχνης. Το ίδιο υποστήριζα και για την προηγούμενη παράστασή μου, τη «Μέδουσα» που μου έλεγαν ότι είναι ένα θέμα συνδεδεμένο με τη συγκυρία. Δεν ήταν όμως έτσι, με απασχολούσε παλαιότερα και το ίδιο συμβαίνει και με τον Μακμπέθ.

Προσπάθησα να δώσω μέσα από την παράσταση μια αίσθηση ιστορικότητας, μια συνείδηση του παρελθόντος και πώς μέσα από αυτό κοιτάζει κανείς το μέλλον. Άλλωστε αυτό που με τρομάζει στην εποχή μας είναι το κατά πόσο κάποια στοιχεία της ιστορίας επαναλαμβάνονται. Στις μέρες μας διακρίνουμε ομοιότητες με άλλες σημαντικές και τρομαχτικές στιγμές του 20ου αιώνα», τονίζει χαρακτηριστικά.

Στην παράσταση το ζήτημα της διάσπασης καθίσταται κομβικό. Παρακολουθούμε μια αντίστροφη πορεία, από το συλλογικό βίο στο άτομο, ζήτημα που επανέρχεται στην δουλειά του Θωμά Μοσχόπουλου: «Είναι σαν να ξεκινάει μια κοινότητα που αρχίζει λίγο-λίγο να διασπάται, ώσπου να μείνει μόνο ένα άτομο, ο Μάκμπεθ, ο οποίος και ο ίδιος τελικά διασπάται εσωτερικά», μας εξηγεί. Υπάρχει κάποιο αντίβαρο σε αυτή τη φρενήρη άνοδο του ζεύγους Μακμπέθ στην εξουσία; «Κάποιος μελετητής είχε υποστηρίξει ότι ο Μακμπέθ αναφέρεται σε ένα είδος κυκλικής δικαιοσύνης. Έχω την εντύπωση ότι η δικαιοσύνη είναι μια κατασκευή την οποία μάταια αναζητούμε στην ανθρώπινη φύση. Ο άνθρωπος είναι αλαζόνας που πιστεύει ότι μπορεί να απονείμει δικαιοσύνη. Ο εγωισμός μας μεταμφιέζεται και παίρνει το ρόλο του κριτή. Σκεφτείτε για παράδειγμα, τα τελευταία χρόνια πόσο η κάθε πολιτική πλευρά, πιστεύει ότι αυτή θα μας σώσει και ότι η προηγούμενη μας έχει καταστρέψει», απαντά ο σκηνοθέτης.

Ο ναρκισσισμός του ζεύγους Μακμπέθ

Η πορεία του ζεύγους Μακμπέθ στην καταστροφή κορυφώνεται σταδιακά, μέσα από μια σειρά ψυχολογικών διεργασιών. Για τη σχέση των δύο ηρώων, έχουν γραφτεί εκατοντάδες μελέτες και θεωρίες. Με αφορμή τη δική του σκηνοθετική προσέγγιση, ο Θωμάς Μοσχόπουλος προσπαθεί να φωτίσει τη μοναξιά του φαινομενικά ισχυρού ζεύγους αλλά και να δώσει απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο η ευθύνη των Μακμπέθ, είναι μοιρασμένη:

«Χωρίς να σημαίνει ότι κάνω μια αποκλειστικά φροϋδική ανάγνωση, ο Φρόιντ γράφει κάτι ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο ζευγάρι- εξάλλου, αναπόφευκτα υπάρχουν πολλές under letter αναγωγές στην ψυχολογία. Υποστηρίζει λοιπόν ότι είναι ένα ζευγάρι στο οποίο τα αρσενικά και τα θηλυκά στοιχεία ανακατεύονται και δεν μπορούν να είναι ολόκληροι, παρά μόνο όταν είναι ενωμένοι. Κάτι λείπει δηλαδή στον καθένα που το βρίσκει στον άλλον. Δουλεύοντας, ανακαλύψαμε ότι στην ουσία υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση ανάμεσά τους. Ο καθένας, πιστεύει για τον άλλο, ότι έχει μεγαλύτερη ανάγκη τη μετάβαση στην εξουσία και τον φόνο, από ό, τι ο ίδιος.

Πολύ συχνά αυτό συμβαίνει και σε συντρόφους που πιστεύουν ότι ο άλλος μας θέλει διαφορετικούς από ό, τι είμαστε. Οι Μάκμπεθ πάσχουν από την έλλειψη παιδιού, δεν μπορούν να συμπληρωθούν και να ολοκληρωθούν από ένα τρίτο μέλος και έχουν κλειστεί σε ένα είδος ναρκισσισμού του ζεύγους. Δηλαδή, ο ένας καθοδηγεί τον άλλο να υιοθετήσει ένα ρόλο. Η λαίδη Μάκμπεθ αμφισβητεί διαρκώς τον ανδρισμό του συζύγου της, στην ουσία για να τον ενθαρρύνει στην άνοδό του. Είναι σαν αυτό το σχήμα που λέμε, δεν είσαι άνδρας για να κάνουμε τον άλλο πιο πολύ άνδρα. Όμως αντίστοιχα ισχύει και ο αποκλεισμός της λαίδης, από τον Μάκμπεθ μέσα από ένα κατά βάση πατριαρχικό σύστημα. Ο Μάκμπεθ δηλαδή της ενδυναμώνει τον μητρικό της ρόλο. Δεν την αφήνει να γίνει γυναίκα, τη θέλει μητέρα. Η σημαντικότερη διάσπαση στο έργο συμβαίνει σε ψυχολογικό επίπεδο ανάμεσα στους Μάκμπεθ. Ενώ φαινομενικά εμφανίζονται εξαρτημένοι ο ένας από τον άλλο, την ίδια στιγμή αισθάνονται ότι είναι μόνοι. Έχουμε την εσωτερική διάσπαση αυτού του φαινομενικά ισχυρού ζεύγους και την κατάργηση της όποιας δημιουργικότητας, καθώς γίνονται και οι δύο καταστροφικοί. Αλλά στην ουσία, η ευθύνη μοιράζεται».

Τη μετάφραση υπογράφει ο γνωστός θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης, ενώ στους ρόλους του ζεύγους Μακμπέθ, εμφανίζονται ο Αργύρης Ξάφης και η Άννα Μάσχα, πλαισιωμένοι από έναν θίασο εκλεκτών ηθοποιών (Ξένια Καλογεροπούλου, Κώστας Μπερικόπουλος, Θάνος Τοκάκης, Κωνσταντίνος Βουδούρης, Αστέρης Πελτέκης, Δημήτρης Νασιούλας, Γιώργος Παπαγεωργίου, Γιώργος Χρυσοστόμου).

Πληροφορίες: «Μακμπέθ»: έως τις 25 Φεβρουαρίου 2012 (εκτός Δευτέρας και Τρίτης) στις 20:30, Τιμές εισιτηρίων: 15, 18 και 28 ευρώ, μειωμένο 10 και 15 ευρώ, Κεντρική Σκηνή, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Λεωφόρος Συγγρού 107-109, τηλ. επικ: 210 900 5 800.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ